ΑΓΑΠΑΩ
Ἀγαπάω τ᾿ ὅτι θλιμμένο στὸν κόσμο.
Τὰ θολὰ τὰ ματάκια, τοὺς ἀρρώστους ἀνθρώπους,
τὰ ξερὰ γυμνὰ δέντρα καὶ τὰ ἔρημα πάρκα,
τὶς νεκρὲς πολιτεῖες, τοὺς τρισκότεινους τόπους.
Τὰ θολὰ τὰ ματάκια, τοὺς ἀρρώστους ἀνθρώπους,
τὰ ξερὰ γυμνὰ δέντρα καὶ τὰ ἔρημα πάρκα,
τὶς νεκρὲς πολιτεῖες, τοὺς τρισκότεινους τόπους.
Τοὺς σκυφτοὺς ὁδοιπόρους ποὺ μ᾿ ἕνα δισάκι
γιὰ μία πολιτεία μακρυνὴ ξεκινᾶνε,
τοὺς τυφλοὺς μουσικοὺς τῶν πολύβουων δρόμων,
τοὺς φτωχούς, τοὺς ἀλῆτες, αὐτοὺς ποὺ πεινᾶνε.
γιὰ μία πολιτεία μακρυνὴ ξεκινᾶνε,
τοὺς τυφλοὺς μουσικοὺς τῶν πολύβουων δρόμων,
τοὺς φτωχούς, τοὺς ἀλῆτες, αὐτοὺς ποὺ πεινᾶνε.
Τὰ χλωμὰ τὰ κορίτσια ποὺ πάντα προσμένουν
τὸν ἱππότην ποὺ εἶδαν μία βραδιὰ στ᾿ ὄνειρό τους,
νὰ φανῇ ἀπ᾿ τὰ βάθη τοῦ ἀπέραντου δρόμου.
Τοὺς κοιμώμενους κύκνους πάνω στ᾿ ἀσπρόφτερό τους.
τὸν ἱππότην ποὺ εἶδαν μία βραδιὰ στ᾿ ὄνειρό τους,
νὰ φανῇ ἀπ᾿ τὰ βάθη τοῦ ἀπέραντου δρόμου.
Τοὺς κοιμώμενους κύκνους πάνω στ᾿ ἀσπρόφτερό τους.
Τὰ καράβια ποὺ φεύγουν γιὰ καινούρια ταξίδια
καὶ δὲν ξέρουν καλὰ -ἂν ποτὲ θὰ γυρίσουν πίσω
ἀγαπάω, καὶ θά ῾θελα μαζί τους νὰ πάω
κι οὔτε πιὰ νὰ γυρίσω.
καὶ δὲν ξέρουν καλὰ -ἂν ποτὲ θὰ γυρίσουν πίσω
ἀγαπάω, καὶ θά ῾θελα μαζί τους νὰ πάω
κι οὔτε πιὰ νὰ γυρίσω.
Ἀγαπάω τὶς κλαμμένες ὡραῖες γυναῖκες
ποὺ κυττᾶνε μακριά,ποὺ κυττᾶνε θλιμμένα ...
ἀγαπάω σὲ τοῦτον τὸν κόσμο -ὅ,τι κλαίει
γιατὶ μοιάζει μ᾿ ἐμένα.
ποὺ κυττᾶνε μακριά,ποὺ κυττᾶνε θλιμμένα ...
ἀγαπάω σὲ τοῦτον τὸν κόσμο -ὅ,τι κλαίει
γιατὶ μοιάζει μ᾿ ἐμένα.
Νίκος Καββαδίας (Μαντζουρία 1910- Αθήνα 1975)
Υ.Γ : Τον έχουμε συνηθίσει να μιλάει για τη θάλασσα .Τα ταξίδια τα μακρινά και τα κακόφημα λιμάνια. Ως εραστή των μαγεμένων πόντων και των πειρατικών με τις αμφίβολες πραμάτειες και τους θησαυρούς.
Να απεύχεται για τον εαυτό του μια κηδεία σαν των πολλών ανθρώπων τις κηδείες και να επιλέγει τον υγρό βυθό της θάλασσας έστω και στα όνειρά του. Ως τον ασυρματιστή με το ποιητικό ταλέντο που οι στίχοι του από τη γέννησή τους επιζητούν τη μελωδία και μια κιθάρα για να τραγουδηθούν από λυπημένους εραστές της θάλασσας. Ως τον ποιητή με την μεγάλη ευαισθησία και την εντιμότητα να παραδεχτεί το παράπονό του γιατί σε ένα ταξίδι του ο Σεφέρης με το πλοίο στο οποίο εργαζόταν, δεν τον χαιρέτησε. Το ποίημά του που διάλεξα δεν είναι από τα γνωστά του.Δεν ανήκει στις ποιητικές συλλογές που μας μάγεψαν. Το διάλεξα για να μιλήσω για κείνους που πραγματικά αγαπά ο ποιητής. Τους πρωταθλητές μιας αδυναμίας, μιας έλλειψης ,μιας αρρώστιας ,μιας ατυχίας .μιας ερημιάς. Τους μη χαρισματικούς , τους μη επιτυχημένους. Αυτούς που αγωνίζονται να κρύβουν τον σταυρό που κουβαλάνε.Τους τελευταίους. Ο ποιητής μιλάει γι αυτούς με τρυφερότητα.Ταυτίζεται μαζί τους. Εγώ θα τους χαρίσω τον πιο όμορφο στίχο και θα τους περιγράψω ως κοιμώμενους κύκνους πάνω στο ασπρόφτερό τους. Όταν ξυπνήσουν σίγουρα θα δουν ότι δεν είναι πια τα ασχημόπαπα. Αρκεί να ξυπνήσουν.......
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου