Τώρα
είσαι μόνος
Στην πρώτη δύσκολη νύχτα
χωρίς διαφάνειες, σκάβοντας το αδύνατο,
χωρίς καν μια υποψία παρουσίας,
ακουμπώντας στο χώμα,
αυτοί που ήρθαν χθες
μπορεί κι αύριο
από την ίδια ερημιά να σε κοιτάζουν.
χωρίς διαφάνειες, σκάβοντας το αδύνατο,
χωρίς καν μια υποψία παρουσίας,
ακουμπώντας στο χώμα,
αυτοί που ήρθαν χθες
μπορεί κι αύριο
από την ίδια ερημιά να σε κοιτάζουν.
Κανείς δεν σε ξέρει.
Μέσα από την κρύα στάχτη,
τον αβαρή καπνό,
κολυμπώντας σ’ ένα ουδέτερο μελάνι
ζητάς μια πρόφαση,
ένα σημείο αναγνώρισης –
κι η πόλη να καθρεφτίζεται στο τζάμι.
Μέσα από την κρύα στάχτη,
τον αβαρή καπνό,
κολυμπώντας σ’ ένα ουδέτερο μελάνι
ζητάς μια πρόφαση,
ένα σημείο αναγνώρισης –
κι η πόλη να καθρεφτίζεται στο τζάμι.
Τώρα είσαι μόνος παρ’ όλα τ’ αστέρια.
Κάτω από το καμπύλο φως της λάμπας
πέφτει μπροστά στα μάτια σου καμένο σκοτάδι.
Κανείς δεν το βλέπει. Κανείς δεν ξέρει γιατί
πέφτει μαύρη πάχνη από τον ουρανό
κι εσύ γιατί αυτό το άχρηστο υλικό
το ονόμασες κόσμο.
Κάτω από το καμπύλο φως της λάμπας
πέφτει μπροστά στα μάτια σου καμένο σκοτάδι.
Κανείς δεν το βλέπει. Κανείς δεν ξέρει γιατί
πέφτει μαύρη πάχνη από τον ουρανό
κι εσύ γιατί αυτό το άχρηστο υλικό
το ονόμασες κόσμο.
1974
Υ.Γ: Όταν έχεις να κάνεις με μοντέρνα
ποίηση εν ζωή ποιητών κινδυνεύεις να υποπέσεις σε ερμηνευτικές αυθαιρεσίες
τέτοιες που αν ο δημιουργός του ποιήματος είχε την ευκαιρία να τις διαβάσει
ενδεχομένως και να διαφωνούσε κάθετα με αυτές. Εμένα βέβαια αυτό ουδόλως με
ενδιαφέρει. Κι αυτό γιατί από τη στιγμή που το ποίημα δημοσιεύεται και δεν
παραμένει στο συρτάρι του ποιητή , ο κάθε αναγνώστης θα μπορούσε να αποτολμήσει
μια ερμηνεία βασισμένη στην αίσθηση που του δημιουργεί το ποίημα ως μορφή και ως ουσία.
Το θεματικό κέντρο λοιπόν του ποιήματος
αυτού είναι η μοναξιά που βιώνει το ποιητικό υποκείμενο σε μια κοινωνία
πολύβουη και χαώδη και το αίσθημα του ανικανοποίητου και του
μισού που βιώνεται παρόλα αυτά ως κόσμος δικός του .
Δεν γράφονται τα ποιήματα σ΄ ένα χαρτί,
ξεθάβονται με μιαν αξίνα ΤΑ ΜΕΣΑΝΥΧΤΑ αφήνοντας και από ένα λάκκο… λέει ένας
αγαπημένος μου πατρινός ποιητής,, ο Χρίστος
Λάσκαρης. Την δύσκολη νύχτα λοιπόν
η ποιητική φιγούρα στήνεται στον τοίχο και βομβαρδίζεται με απανωτά β΄΄
πρόσωπα. Είσαι μόνος ..από την ίδια ερημιά να σε κοιτάζουν… κανείς δεν σε
ξέρει..ζητάς μια πρόφαση..μπροστά στα μάτια σου…το ονόμασες κόσμο..Εσύ, εγώ, ο
ποιητής, ο άγνωστος Χ επιβάτης του κόσμου ..Την ημέρα τα πράγματα είναι πιο
εύκολα. Στην δίνη της καθημερινής εργασίας και των ποικίλων διαπροσωπικών τυπικών επαφών δεν σκέφτεσαι
την ουσία που ενδεχομένως σου λείπει. Τη νύχτα όμως τα πράγματα είναι αλλιώς.
Τότε είναι που αντιλαμβάνεσαι ότι τα καλά πράγματα δεν είναι πράγματα. Αλλά
παρουσία ζωής και ουσιαστικής επαφής. Σκάβεις το αδύνατο ψάχνοντας τα χωρίς να
σου ξεφεύγει όμως στιγμή η πραγματικότητα. Πατάς στο χώμα και παραδέχεσαι ότι
–αυτοί που ήρθαν χθες μπορεί κι αύριο
από την ίδια ερημιά να σε κοιτάζουν- Δεν είναι εύκολες οι σχέσεις, παραδέχεσαι.
Και είναι πολλοί αυτοί που αισθάνονται το ίδιο με σένα. Μήπως γι αυτό να
υπάρχει τελικά η ελπίδα μιας μελλοντικής συνάντησης; Ο ποιητής αφήνει να
αιωρείται μια πιθανότητα συνάντησης την ίδια στιγμή που αυτή καταργείται. Γιατί
ακόμα κι αν σε κοιτάξουν υπάρχει περίπτωση να μη σε δουν. Και να σε
προσπεράσουν.
Εσύ εξακολουθείς να πορεύεσαι τον μοναχικό
δρόμο του πνευματικού σου βίου. Εσύ, εγώ, ο ποιητής, ο άγνωστος Χ επιβάτης του
κόσμου. Καθισμένος στο γραφείο σου , μπροστά στα χαρτιά σου και εισπνέοντας τον
καπνό του τσιγάρου σου κολυμπάς σε ένα ουδέτερο μελάνι..Η έμπνευση αρνείται να
συντροφεύσει τη μοναξιά σου κι ας έχεις εναποθέσει σ΄ αυτή όλες τις ελπίδες σου
για ζωή και φως. Εναγωνίως ζητάς μια πρόφαση, μια αναγνώριση, μια παρουσία. Ένα
σημείο επαφής. Ένα σημάδι. Μια προσήμανση μελλοντικής αίσιας έκβασης.
Μάταια. Η πόλη καθρεφτίζεται στο τζάμι. Κι εσύ από πίσω. Στο περιθώριο. Από
βολική απόσταση. Έξω και πέρα από τη ζωή και τη δράση.
Στη Σονάτα του
Σεληνόφωτος του Γ Ρίτσου, η γυναίκα με τα μαύρα λέει ότι πρέπει πια να βγεί απ΄
αυτό το τσακισμένο σπίτι. Πρέπει να δει λιγάκι πολιτεία, να ακούσει τα μεγάλα βήματά της και να μην μένει αδρανής έξω και πέρα από τη
ζωή και τη δράση.
Ἄ, φεύγεις; Καληνύχτα. Ὄχι, δέ θἄρθω. Καληνύχτα.
Ἐγώ θά βγῶ σέ λίγο. Εὐχαριστῶ. Γιατί, ἐπιτέλους, πρέπει νά βγῶ ἀπ' αὐτό τό τσακισμένο σπίτι. Πρέπει νά δῶ λιγάκι πολιτεία,38 — ὄχι, ὄχι τό φεγγάρι — |
|
τήν πολιτεία μέ τά ροζιασμένα χέρια της, τήν πολιτεία τοῦ
μεροκάματου,
τήν πολιτεία πού ὁρκίζεται στό ψωμί καί στή γροθιά της τήν πολιτεία πού ὅλους μᾶς ἀντέχει στή ράχη της μέ τίς μικρότητές μας, τίς κακίες, τίς ἔχτρες μας, μέ τίς φιλοδοξίες, τήν ἄγνοιά μας καί τά γερατειά μας, —
ν' ἀκούσω τά μεγάλα βήματα τῆς πολιτείας,
νά μήν ἀκούω πιά τά βήματά σου μήτε τά βήματα τοῦ Θεοῦ, μήτε καί τά δικά μου βήματα. Καληνύχτα.. |
Και το ταξίδι συνεχίζεται στο ίδιο μοτίβο..
Τώρα είσαι μόνος παρόλα
τα αστέρια. Στη λάμπα του γραφείου σου το λιγοστό φως δεν μπορεί να διώξει το
σκοτάδι . Κανείς δεν το παρατηρεί πως ζεις χωρίς φως . Είναι που κανείς δεν σε
γνωρίζει βαθιά για να μπορεί να καταλάβει τι σου λείπει .Είναι που όλοι γύρω
σου έχουν άλλες προτεραιότητες και αξίες από τις δικές σου. Είναι τέλος που οι
άλλοι δεν κατανοούν πως μπορεί να σου
αρέσει τελικά αυτός ο κόσμος. Να έχει ένα ενδιαφέρον το σκοτάδι σου .Ίσως γιατί
το μαύρο είναι πάντοτε το καλύτερο φόντο να ζωγραφίσεις ο,τι θες…
ΜΑΡΙΑ ΦΟΥΚΑ
|
Για άλλη μια φορά χωρίς λόγια για την ερμηνευτική δεινότητα,την οξύτατη αντίληψη καθώς και την ατάκα κι επιτόπου θάλεγε κανείς φωτισμένη και γι αυτό διαφωτιστική ανάλυση ενός ποιήματος σκοτεινού όσο και η διάθεση προφανώς του ποιητή όταν το έγραψε.
ΑπάντησηΔιαγραφήΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ!!!
Σου παραθέτω κάτι που είχα γράψει παλιότερα και ταιριάζει περισσότερο με το 2ο απόσπασμα από το Ρίτσο.(τρομάρα μου).
ΤΟ ΒΗΜΑ ΚΑΙ ΟΙ ΔΥΟ ΦΩΝΕΣ
-Και είναι δύσκολο ν'ανοίξεις την πόρτα.
-Πόσο δύσκολο μπορεί να είναι?
Να πατήσεις με σιγουριά στο δρόμο
και να γίνεις ένα με τους ανθρώπους.
-Ούτε στα όνειρά σου δεν πρέπει να επιτρέπεις
τέτοιες τρελλές ιδέες.Αυτή η ένωση δε θα γίνει ποτέ.
Είμαστε όλοι χωριστές μονάδες.
-Το βήμα.Αυτό κανε μόνο.
Το βήμα έξω από την πόρτα του σπιτιού σου.
Στο άγνωστο.
Το ανασφαλές,το μετέωρο ΒΗΜΑ
της ζωής.
Σε ευχαριστώ για τα όμορφα λόγια..ΤΟ ποίημά σου υπέροχο..φιλια σε όλους!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήμαρια εσυ δε ζωγραφιζεις καλα σε μαυρο φοντο....μονο σε κοκκινο σαν τη ζωη και το αιμα και το παθος ...το πιστευω πως εισαι ετοιμη...να κανεις το βημα...στο αγνωστο.. και μην ξεχνας...
ΑπάντησηΔιαγραφήΑλλάζει ο κόσμος όταν φιλιούνται δυο
Μεταμορφώνεται, όλα αγιάζουν
Ο σκλάβος βγάζει στους ώμους του φτερά
Παύεις να είσαι ένας ακόμα ίσκιος.
Όμορφα λόγια!!! Αλλά μη κρίνεις εξ ιδίων τα αλλότρια!!! Any way η Ζωη θα πει τον τελευταίο λόγο!!
ΑπάντησηΔιαγραφή