Κυριακή 23 Ιανουαρίου 2022

ΠΑΝΟΣ ΚΥΠΑΡΙΣΣΗΣ ΓΕΝΙΑ ΤΟΥ 70 ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ ΨΑΧΟΥ....


 

ΓΕΝΙΑ ΤΟΥ 70  ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΟΙΗΤΕΣ

ΠΑΝΟΣ ΚΥΠΑΡΙΣΣΗΣ

ΕΝΑ ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ ΨΑΧΟΥ

 

ΑΝΤΙΓΡΑΦΩ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ …

 

Ο ποιητής το έργο του και η εποχή..

 Ο Πάνος Κυπαρίσσης υπηρετεί την τέχνη πολύπλευρα περισσότερο από 40 χρόνια. Ποιητής ζωγράφος και γλύπτης, σκηνοθέτης, ηθοποιός και σκηνογράφος, κάνει θέατρο, τηλεόραση και κινηματογράφο. Αναμφισβήτητα πρόκειται για ένα σύνολο δημιουργικών δραστηριοτήτων που καθιστούν το έργο του, ιδιαίτερα δε το ποιητικό, ενδιαφέρον πεδίο καλλιτεχνικών ωσμώσεων. Σπούδασε Μαθηματικά και Αρχαιολογία στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας αλλά και θέατρο στη Δραματική Σχολή του Θεάτρου Τέχνης Κάρολος Κουν. Εργάστηκε στη Μέση εκπαίδευση ως καθηγητής Μαθηματικών και Φιλολογίας για περίπου μία δεκαετία, ενώ για μία οκταετία δίδαξε υποκριτική στη Δραματική Σχολή Βεάκη και αργότερα στη Σχολή Νεοελληνικού Θεάτρου του Γεώργιου Αρμένη και στη Δραματική Σχολή Δήλος της Δ. Χατούπη…

 Έχει συνεργαστεί με την κρατική τηλεόραση σκηνοθετώντας περισσότερα από 15 ντοκιμαντέρ, ιστορικά, λογοτεχνικά και αρχαιολογικά .Για το ευρωπαϊκό Πολιτιστικό Κέντρο Δελφών έγραψε το σενάριο και σκηνοθέτησε την ταινία <<Ο Βυζαντινός Καβάφης>>. Τα ντοκιμαντέρ του <<Τζουμέρκα>> και <<Κατεβαίνοντας στις ακτές >>και η ταινία μικρού μήκους << Έωθεν >> έχουν συμμετάσχει στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης ενώ στο Αναλόγιο φεστιβάλ 2017 παρουσίασε σε δική του σκηνοθεσία το έργο του <<Ερήμην>>, θεατρικό μονόλογο που συνδιαλέγεται εξαιρετικά με το ποιητικό του έργο διερμηνεύοντας σκηνικά την ποιητική του αγωνία..

Γράφει δοκίμιο και μεταφράζει θεατρικά έργα, ενώ έργα του έχουν μεταφραστεί  στα Αγγλικά, Γαλλικά, Γερμανικά, Ισπανικά, Ιταλικά, Βουλγαρικά και Τσέχικα. Το 2014 τιμήθηκε με το Κρατικό βραβείο ποίησης για την ποιητική συλλογή <<Τα Τιμαλφή>> και το πρώτο βραβείο του Διεθνούς Φεστιβάλ Ιεράπετρας για την ταινία<< Γιάννενα του στοχασμού και των θρύλων>>

 Ζει στην Αθήνα, γεννήθηκε όμως στην Οξυά Ιωαννίνων το 1945 όπου και έζησε τα δύσκολα μετεμφυλιακά χρόνια κατά την ευαίσθητη, σε ανεξίτηλες καταγραφές, παιδική ηλικία, αλλά και λίγο αργότερα, πρόσφυγας στην Ουγγαρία, στο χωριό <<Γκερεκγκορσάγκ>>.Αργότερα μετονομάστηκε <<Μπελογιάννη>> από όπου επέστρεψε στην πατρίδα ,μητριά η μητέρα είναι ένα μεγάλο ζήτημα, σε ηλικία 10 ετών. Έχει αποτυπώσει εξαιρετικά αυτές τις εμπειρίες στον θεατρικό μονόλογό του<< Ερήμην>>  (2017),που παρουσιάστηκε στο Αναλόγιο φεστιβάλ σε δική του σκηνοθεσία .Πρόκειται για το μονόλογο μιας γυναίκας η οποία στην παιδική της ηλικία στον καιρό του εμφυλίου πολέμου, κάτω από τις συνθήκες και ανακατατάξεις της εποχής, βρέθηκε πολιτική πρόσφυγας για 5 χρόνια στην Ουγγαρία .Αναθυμάται  εμμονικά  την περίοδο εκείνη, που δεν κατορθώνει να ξεπεράσει, και τελεί  κατά καιρούς υπό θεραπεία σε ένα Ψυχιατρικό κατάστημα………..

 

ΥΓ: Το βιβλίο της Μαρίας, που είναι αγαπημένη συνάδελφος με μεγάλη προσφορά στην Εκπαίδευση και στα Γράμματα και πολυαγαπημένη  φίλη από τα παιδικά-σχολικά χρόνια, το διάβασα σε ένα βράδυ… Γνώρισα μέσα από την σίγουρη , κατασταλαγμένη, διαυγή  αλλά και γεμάτη ευαισθησία γραφή της τον υπέροχο  ποιητή Πάνο Κυπαρίσση και την ποίησή του με τα πολλά διατυπωμένα ερωτήματα.. Την αγάπησα κυρίως γιατί δεν πρόκειται για ρητορικά ερωτήματα στα οποία ο ποιητής εντέχνως δίνει την απάντησή του..Είναι απορίες ζωής και θανάτου που ο καθένας μας πασχίζει να απαντήσει.. Δεν θα πω τίποτε άλλο για τη εξαιρετική έτσι κι αλλιώς δουλειά της Μαρίας... Προτείνω όμως  σε όλους τους φίλους μου να  πάρουν το βιβλίο  και να το διαβάσουν.. Θα ταξιδέψουν με καράβι την ποίηση και καπετάνιο κάποιον που έχει μεγάλη εμπειρία πια σε τέτοια ταξίδια....

 

ΠΑΡΑΚΑΤΩ ΠΑΡΑΘΕΤΩ  ΚΑΠΟΙΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΠΑΝΟΥ ΚΥΠΑΡΙΣΣΗ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΔΗΜΟΣΕΥΜΕΝΑ ΣΤΟ ΒΙΒΛΙΟ Της Μ.ΨΑΧΟΥ

ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ ΦΤΙΑΧΝΩ ΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑ ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΟ, ΠΑΙΡΝΟΝΤΑΣ ΕΝΑ ΣΤΙΧΟ ΑΠΟ ΟΛΑ ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΠΑΝΟΥ ΚΥΠΑΡΙΣΣΗ…ΓΙΑΤΙ ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΣΥΝΟΜΙΛΟΥΝ ΜΕΤΑΞΥ ΤΟΥΣ..

ΕΛΠΙΖΩ ΝΑ ΜΗ ΦΑΝΕΙ ΑΥΘΑΙΡΕΤΟ ..ΑΛΛΩΣΤΕ  ΜΕ ΠΟΛΛΗ ΑΓΑΠΗ ΤΟ ΚΑΝΩ ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΠΟΙΗΤΗ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΜΑΡΙΑ ΨΑΧΟΥ…

Ο ΚΑΝΟΝΑΣ ΤΟΥ ΠΑΙΧΝΙΔΙΟΥ

 Οι περισσότεροι φίλοι μου

 σκοτώθηκαν παίζοντας

 μ΄ ένα τουφέκι

μ΄ ένα μολύβι

 μ΄ ένα κορίτσι

ΔΙΧΩΣ ΑΠΟΚΡΙΣΗ

Κάποτε αγριεύουν οι νεκροί που κουβαλώ

Μ΄ ανακατεύουν

 Ποια ιδιοτέλεια μου κεντούν

που την ξεχνώ

 και ποιά υποταγή

 Συλλογιέμαι πόσο αίμα θέλει

να γίνει πάλι τούτη η  ζύμη

Πόσα μανίκια ανασηκωμένα

 

Βγαίνουν τις νύχτες στις ακρογιαλιές

κάτω απ΄ τα πεύκα και ιστορούν

 

 Σοκάκια βρεγμένα στο φως

χαμένα στους κάμπους τους άδειους

μες στα ξερόχορτα

Φωνές που  συντροφεύουν τον άνεμο

 Κορμιά που πέρασαν ,δυνατά

Με τα σφυρά  τους άτρωτα

 

 Και συλλογιέμαι

 με τον τρόπο που έμαθα

 με το φόβο του νου που κινδυνεύει

 

 Τι έφταιξε:

 

Στέκονται όλα γύρω μου κοφτερά

 κι ασάλευτα

 

ΕΞ ΑΙΜΑΤΟΣ

Τι σαλπίζει

Μια παπαρούνα που βγαίνει στον γκρεμό

Και κοκκινίζει;;

 

 ΤΟΥ ΕΡΑΣΙΤΕΧΝΗ ΙΣΟΡΡΟΠΙΣΤΗ

Θέλω να ζήσω

τους νεκρούς που μέσα μου κοιμούνται

 

 Κρατήθηκα σε τούτον  τον κόσμο

γλιστρώντας ως  το μικρό του δαχτυλάκι

 

Ποιον ρωτούν εδώ επιτέλους ;


Έρχονται οι φίλοι μου αργά

 από δρόμους παλιούς

από χαλάσματα

 Από καπνούς κι από γάζες

με τα σακάκια  στους ώμους

και τις σημαίες του νόστου

 

Όλα τα παράθυρα

 ανοίγουν σε εκείνη τη μνήμη

Στο σκυλί που γαβγίζει  στις φλέβες μου

Στέκονται οι πλαγιές μακριά

 και το πράσινο που αγαπήσαμε

 

Η ΣΙΩΠΗ ΤΩΝ ΕΝΝΟΙΩΝ

 

 Αχνίζουν τα φώτα

Σφαγεία  στη νύχτα, φωνές

 Ρίχνουν νερά μυστικά ,τα ξεπλένουν

Επιμένουν , αλλά το κόκκινο διαρκεί

Σκάβει τη μνήμη

πάνω σε δύσκολες ράγες

 και χώματα που σηκώνουν τα χρόνια

 

Αινίγματα του ΄49,  του΄ 54,  του΄ 67

 

 Με τον καιρό  ελαφραίνουν μέσα σου τα βουνά

 τα τυλίγουν ομίχλες , χάνουν τα νύχια τους

 Ξεκόβονται κάποτε

με δέντρα ανήλικα και νερά λυπημένα

Ούτε να τα ξεχάσεις μπορείς

ούτε και να τα σύρεις

 

 Τι θα πει Ιστορία, μανούλα;

Σσς,   κοιμήσου

 

ΜΙΑ ΝΥΧΤΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΡΟΜΗΘΕΑ

Σκύψε επιτέλους να σου πω

 Τώρα που επιβάλλουν

σιγαστήρα και ζώνες ασφαλείας

Τώρα που γίνηκε  η ζωή βεγγαλικό

δεν θα ΄βρεις παρά τη φρίκη

 στο φανελάκι των αγγέλων

 

 Τώρα που  η ζωή σε θέλει

Σοφό   στα  εννιά

 Νεκρό  στα δώδεκα  

που τα πτώματα υψώνουν

τ΄ αυριανά φυλλοβόλα

τέτοιο ποτάμι Προμηθέα

 τι λες;

Του βάζεις εύκολα

λουράκι στο λαιμό;

 

ΤΟ ΠΑΡΑΚΑΤΩ <<ΠΟΙΗΜΑ>> ΕΙΝΑΙ ΑΥΘΑΙΡΕΤΗ ΣΥΡΡΑΦΗ ΔΙΚΗ ΜΟΥ ΣΤΙΧΩΝ ΑΠΟ ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΠΑΝΟΥ ΚΥΠΑΡΙΣΣΗ  ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΕΝΑ ΣΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ ΨΑΧΟΥ

 

 

Οι περισσότεροι φίλοι μου

σκοτώθηκαν παίζοντας

Τα μάτια σου  τέσσερα

 

Ωστόσο πιστός στις καινούργιες γενιές

 

Η  γενιά μου  σκορπιέται


Έγραφε

 

Φυσούσε αέρας

Μάζεψε ο καιρός

τώρα που επιβάλλουν σιγαστήρα και ζώνες ασφαλείας

 

 Ποιος τα πήρε τα χρόνια;

 Νύχτα

 

Εκείνο που κρατάς επίμονα μέσα σου

 

Θυμάσαι

Μεγαλώνεις  ξαφνικά

Και συλλογιέμαι

Ποιον να ρωτήσω τι σημαίνει αγάπη

 Ποιον ρωτούν εδώ επιτέλους;

Να ξέρεις

 

 Όμως έρχονται ακόμη νύχτες  γλυκιές

Στα νερά και στα φύλλα

 Ποιος θα σβήσει τούτη τη  μνήμη;

 Ούτ΄  ένας  θαρραλέος   Ιούδας

 

Θα γίνω κάποτε κλειδωμένο πένθιμο μουσείο

 Στα δόντια κρεμασμένη μνήμη

ένα λαμπιόνι στην άκρη του νου

είναι  κοντά εκείνο που πέρασε

ή εκείνο που θα ΄ρθει

 

Τώρα στους καθρέφτες

από θαύμα σε θαύμα

κανένας δεν θα ΄ρθει

 

Ελαφραίνουν όλα σαν θλίψη

 Πώς να πείσεις την Εκάβη;

 Σε κοιτώ

 Σε τρυπώ και δεν είσαι

 

Πίνω απ΄ τις λέξεις  να ζήσω

Τους  ζητώ όλους

 

 Τι θα πει Ιστορία, μανούλα;

 Τότε μου μίλησε με συλλαβές ακατάληπτες

 Και εγώ επιμένω να σηκώνω ρήματα  πλαγιασμένα

Ταφές παιδικές, σιωπές

 Ένα άγγιγμα ζητώ

 

Νύχτωσε

σε υπονομεύει το αίμα

Περνούν ακόμα θανάτου ποτάμια πικρά

Δεν μιλούν, επιμένουν κι ο κώδικας σπάζει

 

Εύκολα κάνεις δικό σου το ανύπαρκτο

 Πόσο βαθιά πρέπει να νιώσεις

μαύρο πολύ

 

Κι  αυτό δεν είναι απειλή

 

Οι νεκροί έχουν στέρεες απαντήσεις

τι μπορεί να ρωτήσει κανείς

 μία Παπαρούνα που βγαίνει στο γκρεμό

 Κι αυτό ποτέ δε χάνει

Και υποχωρεί

Φτάνει

Να λύσεις το αίνιγμα

 

Με όνειρα και στοχασμό να ντύσεις

 γεμάτο νύχτα το κορμί

στο σχήμα του τρόμου

 

 Προσπαθώ κάποια γραφή να βρω

Ποιο νόημα;

 Που βρίσκουν και τρώνε τα πουλιά;

Ωστόσο εδώ της άνοιξης οι γλώσσες

παράμετροι μοναξιάς

Σκοτεινή βροχή

Πώς να σ΄ αγγίξω ;

 

Μία νύχτα

Ξεχνάς το φως ανοιχτό

Παράθυρα κλειστά

 και το λουλούδι

 

 Ποιον κινδυνεύοντας να εμπιστευτείς;

 

Στου τραπεζιού  τη μέση

Σωπαίνει ο διθύραμβος τώρα

Όπως το ζητούν οι εποχές

Κυκλώπεια  τα τείχη τους

Πονούν τα μάτια

Έρχεσαι να με ξοδέψεις

Ωστόσο από τη μνήμη δανείζετ΄ ο χρόνος

 Τι  ξεχνούν οι πεθαμένοι και επιστρέφουν ;;

Εξ ουρανού οι εντολές

Μη γελαστείς

Πάντα το ψωμί

Ζυμώνεται με αίμα

 

 

 Καλοκαίρι του………………………..

Μέσα κάπου να χωρέσω

 Κρατώ  λιγνό κορμί

Που σαβανώνει  αμετάκλητα ο χρόνος

Τόσες πληγές

Δοκίμασες χίλιους θανάτους

Και τώρα

Περιμένουμε μαζί….

 

ΥΓ2 : Σε ευχαριστώ Ψάχου μου  που μου χάρισες το βιβλίο σου! Πέρασα ένα πολύ ωραίο Σαββατοκύριακο ….Και ένα σχόλιο τελευταίο… Ο ποιητής Πάνος Κυπαρίσσης  είναι φιλόλογος και  μαθηματικός..Ένας συνδυασμός που δεν πίστευα ποτέ ότι υπάρχει στη γη…

Και μια παράκληση..Αν ποτέ παρουσιάσετε ποιήματα του ποιητή, θα ήθελα πολύ να τα διαβάσω σε κοινό…. Είμαι κι εγώ του θεάτρου βλέπετε….

                                                                         ΜΑΡΙΑ ΦΟΥΚΑ.





2 σχόλια:

  1. Μαρια μου,καλή μου,παιδική φίλη,σ'ευχαριστω πάρα πολύ...δεν έχω λόγια να σου πω πόσο με συγκίνησες και πόσο χαίρομαι που μοιραζόμαστε την κοινή μας αγάπη για τη λογοτεχνία, την ποίηση και την πεζογραφία!Περιμένουμε με ανυπομονησία την έκδοση και των δικών σου έργων, ποιητικών και πεζών.

    ΑπάντησηΔιαγραφή