Πέμπτη 30 Απριλίου 2015

ΜΙΑ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΗ ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑ..


Αυτή  θα είναι μια διαφορετική πρωτομαγιά. Πικρή και μελαγχολική, χωρίς το δικό σου περπάτημα , το λαμπερό σου βλέμμα, τα παιχνίδια σου, τις ιστορίες σου. Ελπίζω κι εύχομαι γρήγορα να σταθείς στα πόδια σου...Κι αν είναι να φύγεις, να φύγεις όρθιος...
                                                                           ΜΑΡΙΑ ΦΟΥΚΑ

Παρασκευή 24 Απριλίου 2015

ΔΕΝ ΠΕΡΠΑΤΩ ΜΑΖΙ ΖΟΥ...





 
Δεν περπατώ
Μαζί σου.

Ακινητοποιούμαι σε σταθμούς
Που περιμένουν μάταια ξένοι.
Καρφώνομαι στο χώμα.
Άνυδρες ρίζες βγάζω εκεί
Δεμένη.

Δεν περπατώ
Μαζί σου.

Στέκομαι σε φρυγμένους τόπους
Επαναλαμβάνομαι.
Σε καυτερές ρωγμές χωράω.
Και σε ερωτήσεις που αγνοώ
Απαντάω.

Δεν περπατώ
Μαζί σου.

Σε έρημο βαδίζω σημειωτόν
Κινούμενη άμμος
Οι διάδρομοι για να σε φτάσω
Και σε ακίνητη αγκαλιά
Ριγώ και πάω πάσο.

- Στα όνειρά μου περπατώ μαζί σου…
                     ΜΑΡΙΑ ΦΟΥΚΑ.





Τρίτη 21 Απριλίου 2015

ΔΥΟ ΧΕΛΙΔΟΝΙΑ...


Σε ρώτησα με αγωνία τι κάνεις..
Κοιμήθηκες καλά;
Ήρθαν δυο χελιδόνια στο παράθυρό μου..
Μου είπες ..
Και βρέχει ωραία …
Και στο σχολείο… μη τα στενοχωρήσεις τα παιδιά..

Πολύ μικρά όλα τα άλλα αλήθεια!

                     ΜΑΡΙΑ ΦΟΥΚΑ

Σάββατο 18 Απριλίου 2015

ΠΟΙΟΣ ΝΑ ΤΟ ΒΡΕΙ.....

Άντε να τα μαζέψεις
Τα χυμένα….
Μονολογούσες στωικά
Καρφώνοντας
Στο κάδρο του παράθυρου
Τη θάλασσα
Τόσο  τρομακτικά
Απλησίαστη…

Ψάχνεις απεγνωσμένα
Να βρεις δρόμους
Ακίνητος υπάρχεις
Και το καλό σου το κουστούμι
Νοσταλγείς..
Σε λεωφόρους ονειρεύεσαι
Χορούς ..
Στα μονοπάτια σου πατάς
Με άηχο κρότο..

Και ποιος να το βρει
Να στο φέρει
Πάλι πίσω
Το τραγούδι σου;
Το βλέμμα σου το αστραφτερό
Το παραμύθι σου;
                ΜΑΡΙΑ ΦΟΥΚΑ



Τρίτη 14 Απριλίου 2015

ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΟ ΣΤΟΝ ΠΑΤΕΡΑ ΜΟΥ!!!

Υ.Γ: Αυτά τα βουνά της Αρκαδίας είναι οι ρίζες μου..Ο πατέρας μου ..Τώρα περισσότερο από ποτέ το αισθάνομαι... Και ποτέ δε θα ξεφύγω από αυτά τα βουνά...                      
                                                                      ΜΑΡΙΑ ΦΟΥΚΑ..

Σάββατο 11 Απριλίου 2015

ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ...


Ἡ Ἡμέρα τῆς Λαμπρῆς«ξημερώματα τῆς Κυριακῆς τοῦ Πάσχα, δίκαια ἡ κριτικὴ τὸ θεώρησε ὡς τὴν πιὸ ἄρτια ἀπόδοσι τῆς μεγάλης γιορτῆς τῶν ὁρθοδόξων στὴ νεοελληνική ποίησι.»
Καθαρότατον ἥλιον ἐπρομηνοῦσε
Τῆς αὐγῆς τὸ δροσάτο ὕστερο ἀστέρι,
Σύγνεφο, καταχνιά, δὲν ἀπερνοῦσε
Τ΄ οὐρανοῦ σὲ κανένα ἀπὸ τὰ μέρη·
Καὶ ἀπὸ κεῖ κινημένο ἀργοφυσοῦσε
Τόσο γλυκὸ στὸ πρόσωπο τ’ ἀέρι,
Ποὺ λὲς καὶ λέει μὲς στῆς καρδιᾶς τὰ φύλλα:
Γλυκειὰ ἡ ζωὴ κι ὁ θάνατος μαυρίλα.

Χριστὸς ἀνέστη: Νέοι, γέροι καὶ κόρες,
Ὅλοι, μικροὶ μεγάλοι, ἑτοιμαστεῖτε·
Μέσα στὲς ἐκκλησιὲς τὲς δαφνοφόρες
Μὲ τὸ φῶς τῆς χαρᾶς συμμαζωχτῆτε·
Ἀνοίξετε ἀγκαλιὲς εἰρηνοφόρες
Ὀμπροστὰ στοὺς Ἁγίους καὶ φιληθῆτε·
Φιληθῆτε γλυκὰ χείλη μὲ χείλη,
Πέστε Χριστὸς Ἀνέστη ἐχθροὶ καὶ φίλοι.

Δάφνες εἰς κάθε πλάκα ἔχουν οἱ τάφοι,
Καὶ βρέφη ὡραῖα στὴν ἀγκαλιά οἱ μαννάδες.
Γλυκόφωνα, κοιτώντας τὲς ζωγραφι-
σμένες εἰκόνες, ψάλλουνε οἱ ψαλτάδες·
Λάμπει τὸ ἀσήμι, λάμπει τὸ χρυσάφι
ἀπὸ τὸ φῶς ποὺ χύνουνε οἱ λαμπάδες·
Κάθε πρόσωπο λάμπει ἀπ' τὸ ἀγιοκέρι,
Ὁποῦ κρατοῦνε οἱ Χριστιανοί στὸ χέρι.

 ΔΙΟΝΎΣΙΟΣ ΣΟΛΩΜΟΣ (1798- 1857)

Υ.Γ: ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ..ΚΑΝΕΝΑΣ ΔΕΝ ΤΟ ΕΙΠΕ ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΑΠΟ ΤΟ ΣΟΛΩΜΟ. ΕΥΧΕΣ ΠΟΛΛΕΣ ΣΕ ΟΛΟΥΣ ...ΜΕ ΥΓΕΙΑ.
                               ΜΑΡΙΑ ΦΟΥΚΑ

Παρασκευή 10 Απριλίου 2015

ΓΙΑ ΣΕΝΑ...

  
Οδυσσέας Ελύτης: Ποίηση ΜΟΝΟΓΡΑΜΜΑ..

1.
: Ερμηνεία... 
      

Θά πενθώ πάντα μ’ ακούς; γιά σένα,
 
μόνος, στόν Παράδεισο

Θά γυρίσει αλλού τίς χαρακιές
Τής παλάμης, η Μοίρα, σάν κλειδούχος
Μια στιγμή θά συγκατατεθεί ο Καιρός

Πώς αλλιώς, αφού αγαπιούνται οι άνθρωποι

Θά παραστήσει ο ουρανός τα σωθικά μας
Καί θά χτυπήσει τόν κόσμο η αθωότητα
Μέ το δριμύ του μαύρου του θανάτου.

ΙΙ.

Πενθώ τόν ήλιο καί πενθώ τα χρόνια που έρχονται
Χωρίς εμάς καί τραγουδώ τ’ άλλα πού πέρασαν
Εάν είναι αλήθεια

Μιλημένα τα σώματα καί οί βάρκες πού έκρουζαν γλυκά
Οί κιθάρες πού αναβόσβησαν κάτω από τα νερά
Τά "πίστεψέ με" και τα "μή"
Μια στόν αέρα μια στή μουσική

Τα δυο μικρά ζωα, τα χέρια μας
Πού γύρευαν ν’ ανέβουνε κρυφά το ένα στό άλλο
Η γλάστρα μέ το δροσαχί στίς ανοιχτές αυλόπορτες
Καί τα κομμάτια οί θάλασσες πού ερχόντουσαν μαζί
Πάνω απ’ τίς ξερολιθιές, πίσω άπ’ τούς φράχτες
Τήν ανεμώνα πού κάθισε στό χέρι σού
Κι έτρεμες τρεις φορές το μώβ τρεις μέρες πάνω από
τούς καταρράχτες

Εάν αυτά είναι αλήθεια τραγουδώ
Τό ξύλινο δοκάρι καί το τετράγωνο φαντό
Στόν τοίχο μέ τη Γοργόνα μέ τα ξέπλεκα μαλλιά
Τή γάτα πού μάς κοίταξε μέσα στά σκοτεινά

Παιδί μέ το λιβάνι καί μέ τόν κόκκινο σταυρό
Τήν ώρα πού βραδιάζει στών βράχων το απλησίαστο
Πενθώ το ρούχο πού άγγιξα καί μού ήρθε ο κόσμος.

ΙΙΙ.

Έτσι μιλώ γιά σένα καί γιά μένα

Επειδή σ’ αγαπώ καί στήν αγάπη ξέρω
Νά μπαίνω σάν Πανσέληνος
Από παντού, γιά το μικρό το πόδι σού μες στ’ αχανή
σεντόνια
Νά μαδάω γιασεμιά κι έχω τη δύναμη
Αποκοιμισμένη, νά φυσώ νά σέ πηγαίνω
Μές από φεγγαρά περάσματα καί κρυφές τής θάλασσας στοές
Υπνωτισμένα δέντρα μέ αράχνες πού ασημίζουμε

Ακουστά σ’ έχουν τα κύματα
Πώς χαιδεύεις, πώς φιλάς
Πώς λές ψιθυριστά το "τί" καί το "έ"
Τριγύρω στό λαιμό στόν όρμο
Πάντα εμείς το φως κι η σκιά

Πάντα εσύ τ’ αστεράκι καί πάντα εγώ το σκοτεινό πλεούμενο
Πάντα εσύ το λιμάνι κι εγώ το φανάρι το δεξιά
Τό βρεγμένο μουράγιο καί η λάμψη επάνω στά κουπιά

Ψηλά στό σπίτι μέ τίς κληματίδες
Τά δετά τριαντάφυλλα, καί το νερό πού κρυώνει
Πάντα εσύ το πέτρινο άγαλμα καί πάντα εγώ η σκιά πού μεγαλώνει
Τό γερτό παντζούρι εσύ, ο αέρας πού το ανοίγει εγώ
Επειδή σ’ αγαπώ καί σ’ αγαπώ
Πάντα Εσύ το νόμισμα καί εγώ η λατρεία πού τό
Εξαργυρώνει:

Τόσο η νύχτα, τόσο η βοή στόν άνεμο
Τόσο η στάλα στόν αέρα, τόσο η σιγαλιά
Τριγύρω η θάλασσα η δεσποτική
Καμάρα τ’ ουρανού με τ’ άστρα
Τόσο η ελάχιστη σου αναπνοή

Πού πια δεν έχω τίποτε άλλο
Μές στούς τέσσερις τοίχους, το ταβάνι, το πάτωμα
Νά φωνάζω από σένα καί νά μέ χτυπά η φωνή μου
Νά μυρίζω από σένα καί ν’ αγριεύουν οί άνθρωποι
Επειδή το αδοκίμαστο καί το απ’ αλλού φερμένο
Δεν τ’ αντέχουν οί άνθρωποι κι είναι νωρίς, μ’ ακούς
Είναι νωρίς ακόμη μες στόν κόσμο αυτόν αγάπη μου

ΝΑ ΜΙΛΩ ΓΙΑ ΣΕΝΑ ΚΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ.

ΙV.

Είναι νωρίς ακόμη μες στόν κόσμο αυτόν, μ’ ακούς
Δεν έχουν εξημερωθεί τα τέρατα μ’ ακούς
Τό χαμένο μου το αίμα καί το μυτερό, μ’ ακούς
Μαχαίρι
Σάν κριάρι πού τρέχει μες στούς ουρανούς
Καί τών άστρων τούς κλώνους τσακίζει, μ’ ακούς
Είμ’ εγώ, μ’ ακούς
Σ’ αγαπώ, μ’ ακούς
Σέ κρατώ καί σέ πάω καί σού φορώ
Τό λευκό νυφικό τής Οφηλίας, μ’ ακούς
Πού μ’ αφήνεις, πού πάς καί ποιος, μ’ ακούς

Σού κρατεί το χέρι πάνω απ’ τούς κατακλυσμούς

Οί πελώριες λιάνες καί τών ηφαιστείων οί λάβες
Θά `ρθει μέρα, μ’ ακούς
Νά μάς θάψουν κι οί χιλιάδες ύστερα χρόνοι
Λαμπερά θά μάς κάνουν περώματα, μ’ ακούς
Νά γυαλίσει επάνω τούς η απονιά, ν’ ακούς
Τών ανθρώπων
Καί χιλιάδες κομμάτια νά μάς ρίξει
Στά νερά ένα ένα, μ’ ακούς
Τά πικρά μου βότσαλα μετρώ, μ’ ακούς
Κι είναι ο χρόνος μια μεγάλη εκκλησία, μ’ ακούς
Όπου κάποτε οί φιγούρες Τών Αγίων
βγάζουν δάκρυ αληθινό, μ’ ακούς
Οί καμπάνες ανοίγουν αψηλά, μ’ ακούς
Ένα πέρασμα βαθύ νά περάσω
Περιμένουν οί άγγελοι μέ κεριά καί νεκρώσιμους ψαλμούς
Πουθενά δεν πάω, μ’ ακους
Ή κανείς ή κι οί δύο μαζί, μ’ ακούς

Τό λουλούδι αυτό τής καταιγίδας καί μ’ ακούς
Τής αγάπης
Μια γιά πάντα το κόψαμε
Καί δε γίνεται ν’ ανθίσει αλλιώς, μ’ ακούς
Σ’ άλλη γή, σ’ άλλο αστέρι, μ’ ακούς
Δεν υπάρχει το χώμα δεν υπάρχει ο αέρας
Πού αγγίξαμε, ο ίδιος, μ’ ακούς

Καί κανείς κηπουρός δεν ευτύχησε σ’ άλλους καιρούς

Από τόσον χειμώνα κι από τόσους βοριάδες, μ’ ακούς
Νά τινάξει λουλούδι, μόνο εμείς, μ’ ακούς
Μές στή μέση τής θάλασσας
Από το μόνο θέλημα τής αγάπης, μ’ ακούς
Ανεβάσαμε ολόκληρο νησί, μ’ ακούς
Μέ σπηλιές καί μέ κάβους κι ανθισμένους γκρεμούς
άκου, άκου
Ποιος μιλεί στά νερά καί ποιος κλαίει ακούς;
ποιος γυρευει τον αλλο, ποιος φωναζει
 
ακους;
Είμ’ εγώ πού φωνάζω κι είμ’ εγώ πού κλαίω, μ’ ακούς
Σ’ αγαπώ, σ’ αγαπώ, μ’ ακούς.

V.

Γιά σένα έχω μιλήσει σέ καιρούς παλιούς
Μέ σοφές παραμάνες καί μ’ αντάρτες απόμαχους
Από τι νά `ναι πού έχεις τη θλίψη του αγριμιού
Τήν ανταύγεια στό μέτωπο του νερού του τρεμάμενου
Καί γιατί, λέει, νά μέλει κοντά σου νά `ρθω
Πού δε θέλω αγάπη αλλά θέλω τόν άνεμο
Αλλά θέλω της ξέσκεπης όρθιας θάλασσας τόν καλπασμό

Καί γιά σένα κανείς δεν είχε ακούσει
Γιά σένα ούτε το δίκταμο ούτε το μανιτάρι
Στά μέρη τ’ αψηλά της Κρήτης τίποτα
Γιά σένα μόνο δέχτηκε ο Θεός νά μου οδηγεί το χέρι

Πιο δω, πιο κεί, προσεχτικά σ’ όλα το γύρο
Του γιαλού του προσώπου, τούς κόλπους, τα μαλλιά
Στό λόφο κυματίζοντας αριστερά

Τό σώμα σου στή στάση του πεύκου του μοναχικού
Μάτια της περηφάνειας καί του διάφανου
Βυθού, μέσα στό σπίτι μέ το σκρίνιο το παλιό
Τίς κίτρινες νταντέλες καί το κυπαρισσόξυλο
Μόνος νά περιμένω που θά πρωτοφανείς

Ψηλά στό δώμα ή πίσω στίς πλάκες της αυλής
Μέ τ’ άλογο του Αγίου καί το αυγό της Ανάστασης

Σάν από μια τοιχογραφία καταστραμμένη
Μεγάλη όσο σέ θέλησε η μικρή ζωή
Νά χωράς στό κεράκι τη στεντόρεια λάμψη τήν ηφαιστειακή
Πού κανείς νά μην έχει δεί καί ακούσει
Τίποτα μες στίς ερημιές τα ερειπωμένα σπίτια
Ούτε ο θαμμένος πρόγονος άκρη άκρη στόν αυλόγυρο
Γιά σένα, ούτε η γερόντισσα μ’ όλα της τα βοτάνια
Γιά σένα μόνο εγώ, μπορεί, καί η μουσική
Πού διώχνω μέσα μου αλλ’ αυτή γυρίζει δυνατότερη
Γιά σένα το ασχημάτιστο στήθος των δώδεκα χρονώ
Τό στραμμένο στό μέλλον με τόν κρατήρα κόκκινο
Γιά σένα σάν καρφίτσα η μυρωδιά η πικρή
Πού βρίσκει μες στό σώμα καί πού τρυπάει τη θύμηση
Καί νά το χώμα, νά τα περιστέρια, νά η αρχαία μας γή.

VI.

Έχω δεί πολλά καί η γή μες απ’ το νού μου φαίνεται ωραιότερη
Ώραιότερη μες στούς χρυσούς ατμούς
Η πέτρα η κοφτερή, ωραιότερα
Τά μπλάβα των ισθμών καί οί στέγες μες στά κύματα
Ωραιότερες οί αχτίδες όπου δίχως να πατείς περνάς
Αήττητη όπως η Θεά της Σαμοθράκης πάνω από τα βουνά
τής θάλασσας

Έτσι σ’ έχω κοιτάξει πού μου αρκεί
Νά `χει ο χρόνος όλος αθωωθεί
Μές στό αυλάκι που το πέρασμα σου αφήνει
Σάν δελφίνι πρωτόπειρο ν’ ακολουθεί

Καί νά παίζει μέ τ’ άσπρο καί το κυανό η ψυχή μου !

Νίκη, νίκη όπου έχω νικηθεί
Πρίν από τήν αγάπη καί μαζί
Γιά τη ρολογιά καί το γκιούλ μπιρσίμι
Πήγαινε, πήγαινε καί ας έχω εγώ χαθεί

Μόνος καί άς είναι ο ήλιος που κρατείς ένα παιδί
νεογέννητο
Μόνος, καί ας είμ’ εγώ η πατρίδα που πενθεί
Ας είναι ο λόγος που έστειλα νά σου κρατεί δαφνόφυλλο
Μόνος, ο αέρας δυνατός καί μόνος τ’ ολοστρόγγυλο
Βότσαλο στό βλεφάρισμα του σκοτεινού βυθού
Ο ψαράς που ανέβασε κι έριξε πάλι πίσω στούς καιρούς τόν Παράδεισο !

VII.
Στόν Παράδεισο έχω σημαδέψει ένα νησί
Απαράλλαχτο εσύ κι ένα σπίτι στή θάλασσα

Μέ κρεβάτι μεγάλο καί πόρτα μικρή
Έχω ρίξει μες στ’ άπατα μιαν ηχώ
Νά κοιτάζομαι κάθε πρωί που ξυπνώ

ΝΑ ΣΕ ΒΛΕΠΩ ΜΙΣΗ ΝΑ ΠΕΡΝΑΣ ΣΤΟ ΝΕΡΟ
ΚΑΙ ΜΙΣΗ ΝΑ ΣΕ ΚΛΑΙΩ ΜΕΣ ΣΤΟΝ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ...

Υ.Γ:
Σήμερα
Μεγάλη Παρασκευή
Κι εγώ
Θα μιλήσω για Σένα.
Όχι για να σου ταράξω τον ύπνο.
Γλυκέ μου
Αλλά για να  μου κρατήσεις παρέα
Στον καφέ που δεν ήπιαμε..

Σήμερα
Μεγάλη Παρασκευή
Κι εγώ
Θα  μιλήσω με Σένα.
Όχι για να σε κάνω να κλάψεις
Καλέ μου
Αλλά για να σου πω Σ΄αγαπώ
Και Σε σκέφτομαι Πάντα..
            ΜΑΡΙΑ ΦΟΥΚΑ…







Πέμπτη 9 Απριλίου 2015

ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΜΠΤΗ.....


ΣΤΕΦΑΝΟΝ ΕΞ ΑΚΑΝΘΩΝ ΠΕΡΙΤΙΘΕΤΑΙ….
Με την ελπίδα της Ανάστασης και της Χαράς βαδίζουμε στον εορτασμό της αποκορύφωσης του Πάθους… Μεγάλη Πέμπτη ….Αφιερωμένη πάντα σε αυτούς που Πάσχουν, που Πενθούν , που Βιώνουν απώλειες κάθε λογής.. Και σε αυτούς που Υποφέρουν σιωπηλά το μαρτύριό τους…. ΚΑΛΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ !!!

                                                          ΜΑΡΙΑ ΦΟΥΚΑ

Τετάρτη 8 Απριλίου 2015

ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΟΡΚΗΜΕΝΟΣ...



Η Ποίηση Τού χάρισε την Ελευθερία του. Η Παθιασμένη Ιδιοσυγκρασία του όμως τον εγκλώβισε σε μια  Πολιορκημένη Ζωή από πάσης φύσεως Ενοχές ,Αγάπες, Ιδιοτροπίες και Πάθη. Έζησε χωρίς να λυτρωθεί από την διαρκή πάλη που γίνεται συνήθως ανάμεσα στην Ποιητική Διάνοια που θαυματουργεί και στην Ανθρώπινη Μικρότητα  της καθημερινότητας που συνθλίβει τα πάντα. Έγραψε Ποιητικά έργα Σύμβολα Ελευθερίας και Αγώνα μέχρις εσχάτων. Ακραία προσωπικότητα και ο ίδιος αφού δεν δίστασε να αποκοπεί βίαια από την μεγαλύτερη αγάπη της ζωής του. Τη μητέρα του.. ‘Η μάλλον την τοποθέτησε εκεί που ο ίδιος επιθυμούσε. Στην Ποίησή του, φτιάχνοντας τη Μορφή της, Φεγγαροντυμένη , μια Οπτασία δηλαδή που καμιά Προδοσία και καμιά Γήινη Δύναμη δεν θα μπορούσε να του την κλέψει μέσα από τα χέρια του. Στη Ζωή του δεν συγχωρούσε εύκολα . Έδινε μόνο ό,τι αυτός επιθυμούσε χωρίς να νοιάζεται να ικανοποιεί τις απαιτήσεις των άλλων που του φαίνονταν παράλογες . Από την Ποίησή του όμως απαιτούσε τα Πάντα. Όχι μόνο από την πλευρά της Τεχνικής και της Γλωσσικής Αποτύπωσης της Σκέψης  και της Φαντασίας του.  Αλλά και από την πλευρά της Παρουσίασης των Ηρώων του .  Αντιμετωπίζοντας ακραίες καταστάσεις και καιρικά φαινόμενα μπορεί να απογοητεύονται πρόσκαιρα και να λυγίζουν , πάντα όμως οδηγούνται σε μια ηρωική έξοδο…..
Υ.Γ:  Πάντα με διάθεση να αστειευτώ βέβαια, θυμίζω ότι κι Εγώ έχω Σήμερα τα γενέθλιά μου.. 8 Απρίλη...Τρία χρόνια χωρίς τα λουλούδια Του…
                                       ΜΑΡΙΑ ΦΟΥΚΑ.


Δευτέρα 6 Απριλίου 2015

ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΠΑΝΤΑ ΔΡΟΜΟΙ....



Είπες
Υπάρχουν πάντα δρόμοι να βαδίσουμε
Πολύχρωμες αιθέριες πεταλούδες
Πουλιά περήφανοι χαρταετοί
Να φύγουμε πετώντας στα φτερά τους
Πλακόστρωτα σοκάκια να μετρήσουμε
Τα ερωτευμένα βήματα τους χτύπους
Είπες
Υπάρχουν πάντα λόγοι για να ζήσουμε
Καράβια με λευκά πανιά και πρίμα
Φεγγάρια με μεγάλα μάτια και μελιά
Συντροφευμένα όνειρα και μέρες
Βροχές  λυτρωτικές και μουσικές
Που δύσκολα ξεχνιούνται και σιωπούν
Είπες
Υπάρχουν πάντα κόσμοι να γυρίσουμε
Γυάλινοι και Χρυσοί ,Αρχαίοι, Νέοι
Ισορροπώντας το Λυγμό με Γέλιο
Τη Θλίψη μας με την Αιώνια Ελπίδα
Που  μόνο  τότε  υπόσχεται   Ζωή
Όταν  δε Φοβηθούμε να τη Ζήσουμε..
                          ΜΑΡΙΑ ΦΟΥΚΑ
Υ.Γ: Το αφιερώνω στην καλή συνάδελφο ,Θεοδοσία Φιλιππάτου . Το βιβλίο της ήταν μια υπέροχη χειρονομία…




Κυριακή 5 Απριλίου 2015

ΜΙΑ ΥΠΕΡΟΧΗ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ!! ΜΠΡΑΒΟ ΣΕ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ!!!


Ο ΓΥΑΛΙΝΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΤΟΥ TENNESSEE WILLIAMS ΣΤΟ ΘΕΑΤΡΟ ΛΙΘΟΓΡΑΦΕΙΟΝ.

Η λιτή  μα  ουσιαστική σκηνοθετική  ματιά της  Μαίρης Σιδηρά  δημιούργησε  μια συγκινητική παράσταση . Όλα τα πρόσωπα << του γυάλινου κόσμου>> κραύγασαν την αλήθεια τους και εμείς την δεχτήκαμε  σαν φυσική και οικεία. Η μητέρα, υπέροχα ανυπόφορη, ο γιος, πικρά ονειροπόλος και ανήμπορος να ξεφύγει από τις ενοχές του , η κόρη, αέρινα προσγειωμένη στον γυάλινο της κόσμο με μια αξιαγάπητη απλότητα και σοφία και ο γλυκόπικρος νεαρός γαμπρός που έστω και για μια στιγμή έκανε πραγματικότητα ένα όνειρο…. Όλα στη θέση τους χωρίς υπερβολές , γνώριμα σχεδόν και εναρμονισμένα  πλήρως με την αισθητική μας . Η επιλογή της μουσικής μοναδική … Σε δύσκολους καιρούς η Τέχνη αποδεικνύει την ύπαρξη και δικαιώνει την σοφία κάθε Γυάλινου Κόσμου αρκεί να είναι βγαλμένος από την Αλήθεια των ανθρώπων . Την Αλήθεια , είτε πρόκειται για την Τρέλα τους είτε για τη Λογική τους. Αυτό που είναι πάντοτε το ζητούμενο είναι  ο Τρόπος να σπάσεις το λαμπερό περίβλημα αυτών των Κόσμων που σε κρατούν μακριά από ό,τι ονειρεύεσαι. Και το πιο δύσκολο  είναι να αντέξεις το ράγισμα και τη συντριβή…. Πάντως αξίζει ο κρότος των γυαλιών ακόμα και αν δεν καταφέρεις να φτιάξεις τίποτε άλλο, παρά έναν ακόμα Γυάλινο Κόσμο…
                                              ΜΑΡΙΑ ΦΟΥΚΑ
                                                 
             




Πέμπτη 2 Απριλίου 2015

ΣΤΑ ΨΕΜΑΤΑ ΠΑΙΖΑΜΕ!!!



Στ᾿ Ἀστεῖα Παίζαμε!
Δὲ χάσαμε μόνο τὸν τιποτένιο μισθό μας
Μέσα στὴ μέθη τοῦ παιχνιδιοῦ σᾶς δώσαμε καὶ τὶς γυναῖκες μας
Τὰ πιὸ ἀκριβὰ ἐνθύμια ποὺ μέσα στὴν κάσα κρύβαμε
Στὸ τέλος τὸ ἴδιο τὸ σπίτι μας μὲ ὅλα τὰ ὑπάρχοντα.
Νύχτες ἀτέλειωτες παίζαμε, μακριὰ ἀπ᾿ τὸ φῶς τῆς ἡμέρας
Μήπως πέρασαν χρόνια; σαπίσαν τὰ φύλλα τοῦ ἡμεροδείχτη
Δὲ βγάλαμε ποτὲ καλὸ χαρτί, χάναμε· χάναμε ὁλοένα
Πῶς θὰ φύγουμε τώρα; ποῦ θὰ πᾶμε; ποιὸς θὰ μᾶς δεχτεῖ;
Δῶστε μας πίσω τὰ χρόνια μας δῶστε μας πίσω τὰ χαρτιά μας
Κλέφτες!
Στὰ ψέματα παίζαμε!



Υ.Γ: Αν και καθυστερημένα ,καλό μήνα. Και ένα σχόλιο για τον ψεματούρη Απρίλη. Δεν αγαπώ τα κατασκευασμένα ψέματα που λέγονται με θράσος. Δεν αγαπώ τα ωφέλιμα ψέματα που λέγονται από υπολογισμό και από συμφέρον .Αγαπώ το ψέμα που είναι προστατευτικό και δείχνει αγάπη. Όπως λέει ο Άσιμος<<Πες μου ένα ψέμα να αποκοιμηθώ, δύσκολα τελειώνω με ότι αγαπώ>> ΥΜΝΟΣ..
                                                ΜΑΡΙΑ ΦΟΥΚΑ