Πέμπτη 21 Ιουλίου 2022

ΑΓΑΠΗ.....

 




                                            Αγάπη

                                                     Του Κώστα Καρυωτάκη

 

 

 

Δροσούλα το ιλαρό το πρόσωπό της

κι εγώ ήμουν το κατάξερο ασφοδίλι.

Πώς μ’ έσεισε το ξύπνημα μιας νιότης,

πώς εγελάσαν τα πικρά μου χείλη!

 

Σάμπως τα μάτια της να μου είπαν

Ότι δεν είμαι πλέον ο ναυαγός κι ο μόνος,

κι ελύγισα σαν από τρυφερότη,

εγώ που μ’ είχε πέτρα κάνει ο πόνος.

ΥΓ:  Εγώ που μ΄ είχε κάνει πέτρα ο πόνος… Ο στίχος αυτός του ποιητή  με στεναχωρεί πολύ… Και κάθε φορά που σκέφτομαι τον τρόπο  που επέλεξε να φύγει, ελπίζω μέσα μου να άλλαξε γνώμη έστω και την τελευταία στιγμή… Να ελύγισε δηλαδή σαν από τρυφερότη η  απελπισία του και να αποφάσισε να ζήσει..Και να μην πρόλαβε…Στην προσευχή μου τον θυμάμαι… Και εύχομαι να έχει αναπαυτεί….

                                                             ΜΑΡΙΑ ΦΟΥΚΑ



Παρασκευή 15 Ιουλίου 2022

Ο ΟΣΙΟΣ ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΜΟΥ ΙΩΣΗΦ Ο ΗΣΥΧΑΣΤΗΣ...


 

ΟΣΙΟΣ ΙΩΣΗΦ Ο ΗΣΥΧΑΣΤΗΣ

ΥΓ: Δεν έχει πουθενά ησυχία ο άνθρωπος..Έτσι λέγαν οι παλιοί.. Και οι τωρινοί κι οι μελλούμενοι..το ίδιο..Δεν έχει ησυχία.. Και  όπως λέει και το τραγούδι…..Είναι η ζωή μια θάλασσα και εμείς καπεταναίοι.. Και στη Θάλασσα δεν υπάρχει ησυχία..Ακόμα και στην πιο μεγάλη  ηρεμία, τα ρεύματα δουλεύουν από κάτω..Τα κύματα  ..οι καταιγίδες… Πώς λοιπόν ησυχάζει κανείς; Πώς καταπολεμεί το άγχος, την ταραχή του νου και της ψυχής από τα χιλιάδες παράπονα που ο εγωισμός μας γεννά , τις προδοσίες μεγάλες ή μικρές των ανθρώπων , τις αμαρτίες  που η ατελής μας φύση επιτελεί καθημερινά ….Ίσως κάποιοι φίλοι αναρωτηθούν… Τι με έπιασε με όλα τούτα τα θεολογικά καλοκαιριάτικα; Η απάντηση εν μέρει βρίσκεται σε ένα βιβλίο που διάβασα με τίτλο: Ο ΟΣΙΟΣ ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΜΟΥ ΙΩΣΗΦ Ο ΗΣΥΧΑΣΤΗΣ.. Και λέω εν μέρει, γιατί ανέκαθεν με απασχολούσε το μέγα θέμα του Θεού  και της Πίστης , όχι έτσι γενικά και αόριστα αλλά ως βιωμένη  καθημερινή ανάγκη ..

Ο γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής λοιπόν, που έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του μέσα σε σπηλιές στην έρημο του  Αγίου Όρους με λίγους συνασκητές και συνοδοιπόρους κατάφερε με την απέραντη Πίστη του και  την Αγάπη του στον Τριαδικό Θεό και στην μητέρα του την Παναγία να κάνει πράξη την ησυχία του Σώματος και  του Πνεύματος του,  όσο  λίγοι στη γη..

Θα μου πείτε..Τί καταλαβαίνεις εσύ από όλα αυτά που  ζεις μέσα στο άγχος και στην απόλυτη ταραχή του κόσμου ; Μα το θέμα δεν είναι να καταλάβει κανείς. Το θέμα είναι να νιώσει …

                                                                                        ΜΑΡΙΑ ΦΟΥΚΑ


                       


Κυριακή 10 Ιουλίου 2022

Η ΗΛΙΑΧΤΙΔΑ ΠΟΥ ΑΚΟΛΟΥΘΟΥΣΕ ΤΑ ΚΑΡΑΒΑΝΙΑ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ.....ΘΕΑΤΡΙΚΟ ΕΡΓΟ....

 


ΕΝΑ ΘΕΑΤΡΙΚΟ ΕΡΓΟ ΜΙΚΡΗΣ ΦΟΡΜΑΣ,   ΜΕ ΤΙΤΛΟ:

<< Η ΗΛΙΑΧΤΊΔΑ ΠΟΥ ΑΚΟΛΟΥΘΟΥΣΕ ΤΑ ΚΑΡΑΒΑΝΙΑ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ>>

ΜΕ ΘΕΜΑ: ΔΙΑΣΧΙΖΟΝΤΑΣ ΤΑ ΣΥΝΟΡΑ

ΡΟΛΟΙ:

1.      Πολυξένη,  χήρα   νέα  γυναίκα ,  πρόσφυγας

2.      Μαρίκα  7 ετών , η κόρη της, πρόσφυγας

3.      Γιαγιά,  η μητέρα της, πρόσφυγας

4.      Παππούς , ο πατέρας της , πρόσφυγας

5.      Πολυξένη , η κόρη της Μαρίκας , 9 ετών

6.      ΧΟΡΟΣ

 

ΣΤΟ ΧΟΡΟ  ΑΝΗΚΟΥΝ ΟΛΑ ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΟΥ ΘΕΑΤΡΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ ΤΑ ΟΠΟΙΑ ΜΟΙΡΑΖΟΝΤΑΙ ΤΟΥΣ ΣΤΙΧΟΥΣ ΤΩΝ ΧΟΡΙΚΩΝ

 

Α΄΄ ΕΝΟΤΗΤΑ: ΣΤΟ ΛΙΜΑΝΙ ΤΗΣ ΙΘΑΚΗΣ  ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 1922

ΕΝΑ ΚΑΡΒΟΥΝΙΑΡΙΚΟ ΚΑΡΑΒΙ ΜΟΛΙΣ ΕΧΕΙ ΦΤΑΣΕΙ.. ΜΕΤΑΦΕΡΕΙ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΜΙΚΡΑ ΑΣΙΑ…..ΑΝΘΡΩΠΙΝΑ ΡΑΚΗ

1  ΔΕΝ ΜΟΥ ΑΡΕΣΕΙ ΕΔΩ…

ΜΑΡΙΚΑ:  (ΚΛΑΙΓΟΝΤΑΣ ΚΑΙ   ΚΟΙΤΩΝΤΑΣ ΓΥΡΩ ΤΗΣ ΜΕ ΦΟΒΟ )

Δεν μου αρέσει εδώ μαμά.. Μου είχες υποσχεθεί ότι εκεί που θα πάμε θα χει δέντρα και κήπους …Και πουλιά… Και πεταλούδες …Όπως εκείνες στο αλώνι του παππού τότε που αλωνίζαμε.. ( ΣΤΡΕΦΕΤΑΙ ΣΤΟΝ ΠΑΠΠΟΥ ΤΗΣ ). Θυμάσαι παππού;;;;

ΠΑΠΠΟΥΣ: Θυμάμαι γιαβρούμ ..Πώς δε θυμάμαι!!!  Μη μου πικραίνεσαι …Θα ξαναπάμε ….Εσύ θα ξαναπάς….

ΠΟΛΥΞΕΝΗ: Τι λες στο παιδί, πατέρα… Γιατί το κοροϊδεύεις…..( ΓΥΡΙΖΕΙ ΣΤΗΝ ΜΑΡΙΚΑ) Θα σου αρέσει αγάπη μου , θα δεις…

ΠΑΠΠΟΥΣ : ( ΣΑΝ ΥΠΝΩΤΙΣΜΕΝΟΣ  ΕΠΙΜΕΝΕΙ ) Θα ξαναπάμε… Εσύ θα ξαναπάς…

ΜΑΡΙΚΑ:  ( ΚΡΑΤΩΝΤΑΣ ΤΟΝ ΣΦΙΧΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΧΕΡΙ) Το  ξέρω  παππού μου… Μαζί θα ξαναπάμε… (ΜΕ ΠΑΡΑΠΟΝΟ)

ΠΟΛΥΞΕΝΗ : (ΧΑΜΗΛΟΦΩΝΑ) Μάνα, τον ακούς τον πατέρα… Πες του να  μην υπόσχεται στο παιδί αέρα κοπανιστό..Φύγαμε και δεν ξαναγυρνάμε ..Ποτέ  πια… Τ΄ άκουσες !! Ποτέ πια…

ΓΙΑΓΙΑ: Του το λέω κόρη μου..Του το λέω… Όσο ακούει η θάλασσα να μην πνίγει τα καράβια, τόσο ακούει κι αυτός ο αλλοπαρμένος… Μην ανησυχείς ..Θα καταλάβει  …Φύγαμε πια και δεν ξαναγυρνάμε… Σύρε να δεις πού  δίνουνε ψωμί και νερό.. Εκεί που δίνουνε ……είναι τώρα η πατρίδα μας..

ΠΟΛΥΞΕΝΗ: Ναι μάνα μου… Ναι ..Θα καταλάβει.. Όπως τότε που χάσαμε  τον Μανώλη μας στον Μεγάλο Πόλεμο… Μερόνυχτα ολόκληρα τον περίμενε στο κατώφλι να φανεί… Λένε ψέματα , έλεγε ..Ο Μανώλης θα ΄ρθει….

ΓΙΑΓΙΑ: ( ΜΕ ΠΙΚΡΑΜΕΝΟ ΣΤΟΜΑ) Αχ το τζιέρι μου..Αχ η ψυχή μου… Μανώλη μου… (ΑΠΟΤΟΜΑ ΕΡΧΕΤΑΙ ΣΤΑ ΣΥΓΚΑΛΑ ΤΗΣ) Σύρε, σου είπα να βρεις ψωμί και νερό… Και κάπου να γείρουμε.. Είμαστε ζωντανοί ..Ζήσαμε ..Και πρέπει να στυλωθούμε πρώτα..

ΠΟΛΥΞΕΝΗ: Ναι μάνα πάω ..Το νου σου στο παιδί… Και στον πατέρα (ΑΠΟΜΑΚΡΥΝΕΤΑΙ)

ΜΑΡΙΚΑ: ( ΒΛΕΠΟΝΤΑΣ ΤΟ ΚΑΡΑΒΙ ΝΑ ΦΕΥΓΕΙ ΑΠΟ ΤΟ ΛΙΜΑΝΙ)

Γιαγιά , που πάει το καράβι; Στην Πατρίδα;

ΓΙΑΓΙΑ : Έτσι είναι τα καράβια, τζιέρι μου..Φεύγουν και πάνε και γυρνάνε τον κόσμο .Θάλασσες ονειρεύονται και τελειωμό δεν έχουν τα ταξίδια τους …

ΜΑΡΙΚΑ: (ΜΕ ΕΠΙΜΟΝΗ) Γυρίζει στην πατρίδα;; Πες μου, σου λέωωωω!!!

ΠΑΠΠΟΥΣ:  Τα καράβια γυρίζουν, Μαρικάκι.. Δεν μπορούνε να τα σταματήσουνε, σαν τους ανθρώπους…  Έτσι και τούτο το καράβι… Θα γυρίσει στην Πατρίδα  και θα  ξανάρθει και θα γυρίσει και θα ξανάρθει…. Και κάποια μέρα  που δε θα χει σύννεφα , θα μας πάρει μαζί του πάλι πίσω..(ΑΝΑΣΤΕΝΑΖΕΙ)

ΜΑΡΙΚΑ: Μου το υπόσχεσαι παππού;;;;

ΠΑΠΠΟΥΣ: Στο υπόσχομαι ψυχούλα μου…

2  ΕΝΑ ΒΡΑΔΥ ΣΤΗ ΣΚΗΝΗ

ΜΑΡΙΚΑ: Γιαγιά….

ΓΙΑΓΙΑ:  Κοιμήσου παιδάκι μου… Κοιμήσου… Αύριο θα πάμε να δούμε γύρω…  Καλό φαίνεται τούτο το νησί.. Μας δέχτηκε ο τόπος ..Θα πάμε να του πούμε…. ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ !

ΜΑΡΙΚΑ: ΩΧΧ βρε γιαγιά..! Άνθρωποι είναι οι τόποι;;;;;;; Άκου να του πούμε ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ….

ΓΙΑΓΙΑ: Έχουν ψυχή οι τόποι, καρδούλα μου ..Αυτοί που σε διώχνουν και αυτοί που σε δέχονται..Κρύα ψυχή οι πρώτοι..Σαν το φόβο και σαν το σκοτάδι… Και δεν έχεις τι να κάνεις τότε...Εσύ που έμαθες να φεύγεις, όταν σε διώχνουν……  Φεύγεις και πάλι.  Αλλά οι τόποι που σε δέχονται και ΔΕΝ είναι πατρίδα σου —στο λέω εγώ και να το θυμάσαι — είναι ΠΑΤΡΙΔΑ ΣΟΥ και πάλι..Κι ακόμα καλύτερη..Γιατί σε δέχτηκε με τα κουρέλια σου και με τα κλάματά σου ..Σου ΄δωκε ψωμί και νερό..Και σου ΄πε ..  Μη κλαις..  Ό,τι έχω, θα το μοιραστούμε …Γι αυτό ..Αύριο πρωί πρωί..Θα πάμε να πούμε  ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ  στον τόπο τούτο…

ΜΑΡΙΚΑ: Ωχχχ  βρε γιαγιά… Πες μου ένα παραμύθι… να κοιμηθώ …

ΓΙΑΓΙΑ: Μια φορά και ένα καιρό , τζιέρι μου, ήταν μια όμορφη, μικρή ηλιαχτίδα που κάθε πρωί μαζί με τον πατέρα της τον Ήλιο ξύπναγε να φέρει φως στους ανθρώπους… Ήταν τόσο χαριτωμένη που ο Ήλιος την είχε πιο αγαπημένη από όλες τις ηλιαχτίδες στο Στέμμα του και την κανάκευε με τα ζεστά του λόγια, μέχρι που εκείνη μαγεμένη, από την αγκαλιά και τα φιλιά του, έτρεχε να ζεστάνει τους ανθρώπους . Ένα πρωί, εκεί που ταξίδευε είδε  ένα καραβάνι ανθρώπων που τους είχαν διώξει από τον τόπο τους… Πόλεμος ..Η μικρή ηλιαχτίδα τα ΄χασε.. Αλλιώς την είχαν συνηθίσει οι άνθρωποι… Παίζανε μαζί της, τη θαυμάζανε και ζεσταίνονταν με τα καμώματά της….

ΜΑΡΙΚΑ: Τώρα γιαγιά;;;

ΓΙΑΓΙΑ: Τώρα κανένας δεν την κοίταζε ούτε την λαχταρούσε…

ΜΑΡΙΚΑ: Γιατί βρε  γιαγιά;;

ΓΙΑΓΙΑ: Γιατί τα μάτια τους ήταν γεμάτα δάκρυα και τα χέρια τους κρύα γιατί είχανε αφήσει πίσω στην πατρίδα  το ζεστό της χώμα, που είχαν  φυτέψει το στάρι και το καλαμπόκι τους..Τ΄ αμπέλια και τα πορτοκάλια τους ..Και δεν είχαν καρδιά για ζεστασιά και φως… Έτσι η μικρή ηλιαχτίδα  λυπημένη και με ένα παράπονο μεγάλο ,σαν τη θάλασσα, είπε στον ήλιο, τον πατέρα της… Να μην ξανανατείλει..

ΜΑΡΙΚΑ: Κι ο Ήλιος γιαγιά;; Τι είπε ο Ήλιος;;;;

ΓΙΑΓΙΑ:  Ό, τι λένε όλοι οι καλοί και γενναίοι , καρδούλα μου..Πήρε λοιπόν ο ήλιος αγκαλιά την ηλιαχτίδα του, την πιο αγαπημένη και της είπε..Αν δεν ξανανατείλω, αυτοί οι άνθρωποι που τώρα δεν σε βλέπουν γιατί έχουν δάκρυα στα  μάτια τους και χέρια κρύα γιατί άφησαν πίσω στην πατρίδα το ζεστό της χώμα, που είχαν φυτέψει το στάρι και το καλαμπόκι τους..Αυτοί οι άνθρωποι θα χάσουν μια ευκαιρία μεγάλη, όπως η θάλασσα..

ΜΑΡΙΚΑ: Ποια ευκαιρία θα χάσουνε, μωρέ γιαγιά;;;

ΓΙΑΓΙΑ: Να βρουν Ζωή σε ένα άλλο τόπο..Να ριζώσουν και να φυτέψουν δέντρα και λουλούδια σ΄ άλλο χώμα , να βρουν νερό και ελπίδα ..Έτσι είπε ο Ήλιος στην μικρή του αγαπημένη ηλιαχτίδα κι αυτή του χαμογέλασε και του υποσχέθηκε να ακολουθεί το καραβάνι των ανθρώπων του πολέμου ..Ήθελε να ναι εκεί, όταν θα βρουν Ζωή σε ένα άλλο τόπο..Όταν ριζώσουν και φυτέψουν δέντρα και λουλούδια σ΄ άλλο χώμα , όταν θα βρουν  νερό και ελπίδα…

ΜΑΡΙΚΑ : (ΜΙΣΟΚΟΙΜΙΣΜΕΝΗ) Και πεταλούδες ….

ΓΙΑΓΙΑ: Και πεταλούδες ,τζιέρι μου..Κοιμήσου… .γιαβρούμ … και πεταλούδες..

3 ..Ο ΠΑΠΠΟΥΣ ΠΟΥ ΜΑΛΩΝΕ ΤΟΝ ΟΔΥΣΣΕΑ

ΤΗΝ ΕΠΟΜΕΝΗ ΜΕΡΑ ΤΟ ΠΡΩΙ Ο ΠΑΠΠΟΥΣ ΚΑΘΙΣΜΕΝΟΣ  ΣΤΗΝ ΞΥΛΙΝΗ ΑΠΟΒΑΘΡΑ ΣΤΟ ΛΙΜΑΝΙ ΤΗΣ ΙΘΑΚΗΣ

ΠΟΛΥΞΕΝΗ : Τι κάνεις εδώ βρε  πατέρα;  Απαγορεύεται να κάθεσαι εδώ…

ΠΑΠΠΟΥΣ: ( ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΝΑ ΚΟΙΤΑ ΤΟ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΒΟΥΝΟ ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΔΙΝΕΙ ΣΗΜΑΣΙΑ  ΣΤΑ ΛΟΓΙΑ ΠΟΥ ΤΟΥ ΑΠΕΥΘΥΝΟΝΤΑΙ)

Τ΄ άκουσες Οδυσσέα… Ξεριζώθηκα..Κι ήρθα εδώ ..στην πατρίδα που βολόδερνες δέκα χρόνια να φτάσεις.. Στην Ιθάκη σου..Άφησα πίσω τη δική μου ..Τί με κοιτάς;; ΕΣΥ ΕΦΤΑΙΓΕΣ..Έκανες ένα πόλεμο στα μέρη που εγώ λέω Πατρίδα μου..Στη Μικρασία.. Για ένα πουκάμισο αδειανό έκαψες ολάκερη πόλη..Κι η Ωραία Ελένη δεν ήταν καν στην Τροία.. Μηχανεύτηκες ένα ΔΟΎΡΕΙΟ ΙΠΠΟ..Νίκησες …Κι έκαψες   τους ναούς των θεών και πέταξες τον Εκτορίδη από τα τείχη της Πόλης.. ΜΑ  ΕΓΩ;; 

ΠΟΛΥΞΕΝΗ: Αχχ  βρε πατέρα… Το Μαρικάκι κλαίει και σε ψάχνει..Κι η μάνα  σε ζητά..

ΠΑΠΠΟΥΣ: (ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΑΚΟΥΕΙ) Τι έφταιξα εγώ μου λες, Οδυσσέα;;  Γιατί άφησα τον τόπο μου διωγμένος; Τώρα ο παιδικός μου φίλος ο Κερίμ , ο Τούρκος, θα με περιμένει..Μη φύγεις , μου είπε …Από το πτώμα μου θα περάσουν για να  σου κάνουνε  κακό.. Μη φύγεις Ιορδάνη… Θα φτιάξουνε τα πράγματα..Όμως η Σμύρνη κάηκε..Κι ο Κερίμ  δεν μπόρεσε..Δεν μπορέσαμε ..Αφήσαμε το τάβλι μας στη μέση..Και τα Χριστούγεννά μου  και το Ραμαζάνι του που ανταλλάσσαμε τα γλυκά μας..Τώρα είμαστε εχθροί….. Λένε .. Αχχ Κερίμ…. Μου υποσχέθηκες να ποτίζεις τη γαζία στο παράθυρό μου ..και τα γεράνια μου …Αλλά πώς να  γυρίσω…

ΠΟΛΥΞΕΝΗ:  (ΤΡΥΦΕΡΑ) Έλα πατέρα μου ..Ακούμπα πάνω μου..Πρέπει να γυρίσουμε πίσω..

ΠΑΠΠΟΥΣ : Δεν έχω τόπο να γυρίσω πίσω..Δεν μου αφήσανε τόπο..Τόπος μου είναι η Μικρασία μου και ο Κερίμ ο φιλαράκος μου..Και η Γαζία στο παράθυρό μου ..Και τα γεράνια μου…

ΕΝ ΤΩ ΜΕΤΑΞΥ ΕΧΟΥΝ ΚΑΤΑΦΤΑΣΕΙ Η ΓΙΑΓΙΑ ΚΑΙ Η ΕΓΓΟΝΗ ΤΟΥ, Η ΜΑΡΙΚΑ

ΜΑΡΙΚΑ: Όχι παππού… Μην κλαις… Έχουμε τώρα μια μικρή ηλιαχτίδα να μας ακολουθεί..Για να είναι εκεί όταν ριζώσουμε  σε ένα άλλο τόπο.. Όταν φυτέψουμε  δέντρα και λουλούδια σ΄ άλλο χώμα ..Μη κλαις σου λέω …Μου το πε η γιαγιά… Και το πρωί που ξύπνησα, την είδα την ηλιαχτίδα…

ΓΙΑΓΙΑ: Ναι  γιαβρούμ.… Έλα, πάμε Ιορδάνη ..Μη μου στεναχωρείς το τζιέρι μου..

ΠΑΠΠΟΥΣ: (ΣΑΝ ΝΑ ΜΗΝ ΕΧΕΙ ΕΠΑΦΗ ΜΕ ΤΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ) Δεν έχω τόπο να γυρίσω πίσω..Δεν μου αφήσανε τόπο.. Χαθήκανε οι φίλοι μου.. Ζωντανοί , νεκροί δεν ξέρω …(ΜΟΝΟΛΟΓΕΙ) Πού είναι ο Θόδωρος, ο Μήτρος, ο Σωτήρης… Ο Επαμεινώνδας , Η Ευλαμπία, η Μπεμπέκα…. Είναι αγνοούμενοι σου λέω..ΑΓΝΟΟΥΝΤΑΙ

 

ΧΟΡΟΣ

 

Είμαι αγνοούμενος.

Δεν ξέρετε που βρίσκομαι

Και που υπάρχω.

Παράπλευρη απώλεια

Βομβών .

Επικερδών πολέμων

Ακραίου φονικού καιρού

Και ζηλοφθόνου τύχης.

 

Είμαι αγνοούμενος.

Σε χώρες χωρίς όνομα

Θαμμένος χωρίς μνήμα.

Στην άτρακτο σιδερικών

Και στο βυθό της θάλασσας.

Έκτη  είδηση

Σε αδιάφορα μικρόφωνα.

Και πληκτικά δελτία.

 

Είμαι αγνοούμενος.

Θύμα ανυποψίαστο

Ανθρώπινων λαθών

Και πλημμελών ελέγχων.

Φωτογραφία κόκκινη

Στο στήθος επιζώντων.

Που κλαίνε

Πριν με κλάψουνε

Και  θάβουν

Πριν με θάψουν.

 

Είμαι αγνοούμενος.

Χωρίς φωνή και στίγμα.

Δεν ανιχνεύομαι

Από  ραντάρ.

Στους καταλόγους επιζώντων

Δεν υπάρχω.

 

Νεκρός Ελπήνορας

Ψάχνω για μνήμα.

 

Νεκρός ζωντανός

Εκπέμπω σήμα..

 

Είμαι αγνοούμενος.

Την τσίπα δοκιμάζω

Υπευθύνων.

Αμήχανες ανακοινώσεις

Ανευθύνων

 

Σε χώρες χωρίς όνομα

Και σήμα

Με πείσμα 
Και λυγμό πανάρχαιο

Ακούραστα

Γυρεύω μνήμα.

 

Β΄΄ ΕΝΟΤΗΤΑ:  ΠΑΤΡΑ, ΣΤΟΝ ΠΡΟΣΦΥΓΙΚΟ ΣΥΝΟΙΚΙΣΜΟ 25 ΧΡΟΝΙΑ ΜΕΤΑ..1947

1.      ΤΡΕΧΑ ΜΑΝΑ

Η ΜΙΚΡΗ ΠΟΛΥΞΕΝΗ: Μάνα , στη βρύση στην πλατεία , είναι σου λέω πρόσφυγες..Γυναίκες και παιδιά..Και ζητιανεύουν..Κάψανε οι Γερμανοί τα σπίτια τους και τα χωριά τους ..λένε..Δεν έχουν τόπο να γυρίσουνε …Τώρα εκεί πολεμάνε οι Έλληνες μεταξύ τους..Μάνα τρέχα..

ΜΑΡΙΚΑ: Αχχ ψυχή μου ..Τελειωμό δεν έχουνε τα πάθη των ανθρώπων ..Τα ζήσαμε κι εμείς, τζιέρι μου… Κουβέρτες και ψωμί. .Έλα, πάμε.. Ανάθεμα τον Πόλεμο ….

Η ΜΙΚΡΗ ΠΟΛΥΞΕΝΗ: Μάνα , τρέχα σου λέω..Γιατί είναι κάποιοι που τους διώχνουνε τους ξένους..Τους λένε να ξεκουμπιστούν να φύγουν..

ΜΑΡΙΚΑ: Μη χολοσκάς, καρδούλα μου… Υπάρχουν τέτοιοι πάντα… Τουρκόσπορους, μας λέγανε και μας!!! Υπάρχουν τόποι, έλεγε η γιαγιά μου, που σε διώχνουν και άλλοι που σε δέχονται.. Έχουν ψυχή οι τόποι… Ελαφρύ το χώμα της ..Εμείς είμαστε αυτοί οι τόποι… Και θα τους δώσουμε κουβέρτες και ψωμί.. Όπως μας δώσανε και εμάς τότες που ξεριζωθήκαμε..Δανεικό είναι το ψωμί..Και τώρα το χρωστάμε…

      2..ΤΟ ΙΔΙΟ ΒΡΑΔΥ

Η ΜΙΚΡΗ ΠΟΛΥΞΕΝΗ: Μάνα.. Πες μου .. Εκείνο το παραμύθι με την ηλιαχτίδα που σου ΄λεγε η γιαγιά σου…

ΜΑΡΙΚΑ:  Αχχ παιδάκι μου..Εκείνη η ηλιαχτίδα με έσωσε τότε.. Επτά χρονών παιδί.. Δεν πρόλαβα να  παίξω,  να γελάσω.. Για πότε τα χάσαμε όλα.. Για πότε βρεθήκαμε στην άκρη του κόσμου..Στην Ιθάκη του Οδυσσέα που τον μάλωνε ο παππούς μου γιατί δεν ήξερε γιατί ξεριζωθήκαμε..Ένα βράδυ στη σκηνή. …Κρύο.. Αρχές Φθινοπώρου… Δεν μπορούσα να κοιμηθώ …παιδάκι πράμα..Έκλεινα τα μάτια μου και έβλεπα φωτιές και στάχτες και σκοτωμένους..Κι η γιαγιά μου τότε μου είπε το παραμύθι με τον Ήλιο και την μικρή, αγαπημένη του ηλιαχτίδα, την ομορφότερη στο χρυσό Στέμμα του..

Η ΜΙΚΡΗ ΠΟΛΥΞΕΝΗ: Και έπαψες να φοβάσαι μάνα;;;

ΜΑΡΙΚΑ: Έπαψα ναι… Γιατί είπα.. Η ηλιαχτίδα αυτή υποσχέθηκε να ακολουθεί τα καραβάνια των ανθρώπων του Πολέμου..Για να ναι εκεί , όταν θα βρουν Ζωή σε ένα άλλο τόπο..Όταν ριζώσουν και φυτέψουν δέντρα και λουλούδια σ΄ άλλο χώμα ,  όταν θα βρουν νερό και ελπίδα… Και πεταλούδες – Είχα πει-- γιαγιά; Και πεταλούδες τζιέρι μου, κοιμήσου, μου ΄πε  εκείνη …

Η ΜΙΚΡΗ ΠΟΛΥΞΕΝΗ: Και βρήκατε Ζωή σε ένα άλλο τόπο μάνα;;;

ΜΑΡΙΚΑ: Βρήκαμε ναι… Και χτίσαμε τα σπίτια μας ..και ριζώσαμε ..και βάλαμε γαζίες και γεράνια στα παράθυρά μας..Και κάναμε παιδιά μα την Πατρίδα μας δεν την ξεχνάμε.. Αλλά  και τούτη δω που ζούμε τώρα, ΠΑΤΡΙΔΑ ΜΑΣ τη λέμε και τη νιώθουμε… Γιατί μας  δέχτηκε με τα κουρέλια μας  και με τα κλάματά μας  .Και ό,τι είχε, το μοιράστηκε μαζί μας..

Η ΜΙΚΡΗ ΠΟΛΥΞΕΝΗ: Κι η ηλιαχτίδα;

ΜΑΡΙΚΑ: Δεν έφυγε ποτέ από δίπλα μου από τότε..Μα και βροχή και χιόνι και χαλάζι, εγώ την ζεστασιά της την φυλάκισα, γιατί η γιαγιά  μου  έδειξε τον τρόπο.

Η ΜΙΚΡΗ ΠΟΛΥΞΕΝΗ: Ποιον τρόπο βρε μάνα;

ΜΑΡΙΚΑ: Να μη ξεχνώ τα περασμένα αλλά να μην τ΄ αφήνω να με σκοτεινιάζουν. Να θυμάμαι..Αλλά να  βλέπω φως μπροστά μου ..Γιατί μόνο έτσι θα κερδίσω μια ευκαιρία μεγάλη, σαν τη θάλασσα..

Η ΜΙΚΡΗ ΠΟΛΥΞΕΝΗ: Ποια ευκαιρία μιλάς, βρε μάνα;

ΜΑΡΙΚΑ: Να χτίσω μια ωραία ζωή μπροστά μου  όπως εκείνη που άφησα πίσω μου… Να μη ξεχνώ το δανεικό ψωμί που έφαγα και να το δίνω όπου υπάρχει ανάγκη… Να μη ξεχωρίζω τους νεκρούς και τους πολέμους..Τα θύματα ..Μόνο τους Θύτες …

ΧΟΡΟΣ

Οι νεκροί κατεβαίνουν

Χέρι με χέρι.

Καμιά διαφορά

Το μαχαίρι.

Που πληγώνει

Σκοτώνει

Βυθίζει στο πένθος

Εμένα εσένα

Κάθε έθνος.

Οι νεκροί δεν διαφέρουν.

Τα παιδιά τα σφαγμένα

Σε σχολεία φαντάσματα

Βομβαρδισμένα.

Και κανείς δεν μιλάει.

Δεν διαδηλώνει.

Όλοι βλέπουν το χρέος

Που μεγαλώνει.

Δεν διαφέρει το αίμα

Που βοά

Και ξεχύνεται.

Σε βωμούς πληρωμένους

Χωρίς λόγος

Να δίνεται.

Δεν διαφέρει το αίμα

Σε Αφρική σε Ασία

Που υπόσχεται ψέμα

Δημοκρατία .

Δεν διαφέρουν οι βόμβες

Οι ρουκέτες που σπρώχνουν

Παιδιά και γυναίκες

Σε κατακόμβες.

Για να ζήσουν στον τρόμο

Και η ελπίδα να σβήσει

Με μονάχα ένα νόμο

Σε Ανατολή και σε Δύση.

Οι νεκροί δεν διαφέρουν

Είναι όλοι αδέλφια

Τότε και τώρα

Σε Ευρώπη Ασία

Στου Κολόμβου τη χώρα.

Σε ένα χάος που φτιάξαν

Οι μεγάλοι του κόσμου

Σαν κροκόδειλοι κλαίνε

Εξυπνάδες μας λένε

Πόζες παίρνουν με νάζι

Και είναι αυτοί

Αφορμή

Και Αιτία

Πολλών καμικάζι.

Που σκορπίζουν τον τρόμο

Σε αδιέξοδο φόνο

Σε ανείπωτο πόνο

Ανθρώπων  αθώων .

Οι νεκροί δεν διαφέρουν

Μας κοιτούν 
Δεν επαίρονται

Σε Ευρώπη και Ασία

Και στην άκρη του κόσμου

Την υποκρισία

Σιχαίνονται.

 

 

Γ΄ ΕΝΟΤΗΤΑ:  2020 !  Η ΜΙΚΡΗ ΠΟΛΥΞΕΝΗ ΓΕΡΑΣΕ.

 

ΕΧΕΙ ΠΑΙΔΙΑ ΚΑΙ ΕΓΓΟΝΙΑ..

 

ΚΑΘΙΣΜΕΝΗ ΣΤΗΝ ΠΟΛΥΘΡΟΝΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΕΙ ΕΝΑ ΔΕΛΤΙΟ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

 

1.      ΔΕΛΤΙΟ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

 

(ΤΟ ΕΚΦΩΝΟΥΝ  ΔΥΟ ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΜΦΑΝΙΖΟΝΤΑΙ ΠΙΑ)

Αγαπητοί ακροατές καλή σας μέρα.

Αφάνταστα λυπούμαστε  καθότι

Δεν εκφωνήσαμε σωστά το χθεσινό δελτίο.

 

Το παιδί αυτό δεν πνίγηκε στη θάλασσα

Από το κρύο πέθανε και από την πείνα

Στα τουρκικά παράλια μες στο λιμάνι του Τσεσμέ.

Το όνομά του άγνωστο. Αμπού ή κάτι τέτοιο..

Βομβάρδισαν το σπίτι του ,τη γειτονιά του

Και ένα μικρό κοκκινωπό ποδήλατο μες  στην αυλή του

Δώρο των περσινών του γενεθλίων,  κάποιοι είπαν…

-Η τελευταία πληροφορία, βέβαια, δεν διασταυρώθηκε ακόμα

Θα σας τη μεταδώσουμε αμέσως όταν επακριβώς βεβαιωθούμε-

Λοιπόν να επαναλάβουμε

Το παιδί αυτό-Αμπού ή κάτι τέτοιο- δεν πνίγηκε στη θάλασσα

Από το κρύο πέθανε και από την πείνα μες στο λιμάνι του Τσεσμέ.

 

Αμέτρητοι οι νεκροί –καταλαβαίνετε-

Και διπλοβάρδια να δουλέψεις δεν τους προλαβαίνεις

Άλλοι πνιγμένοι μες στη θάλασσα  κοκαλωμένοι από το κρύο

Από την πείνα πεθαμένοι και από αρρώστιες

Χωρίς χαρτιά , ταυτότητα και τέτοια

Που ευκολότερο το έργο μας θα καθιστούσαν

Νεκροί να καταγράφονται σε καταλόγους χωρίς λάθη..

Όχι ότι θα τους γύρευε  κανένας .Καμένες πόλεις κατοικούσαν.

Ευχής έργο όμως θα ήταν να κουβαλάνε τα χαρτιά τους

Λίγο πριν στο κενό πηδήσουν απ΄ το βομβαρδισμένο σπίτι τους

Λίγο πριν μπουν στη βάρκα για να φύγουν μαζί με τα ανήλικα παιδιά τους

Να κουβαλάνε τα χαρτιά τους όπως αρμόζει  σε καθωσπρέπει πρόσφυγες

Που ονειρεύονται να ζήσουν στην νομιμόφρονα και ισχυρή Ευρώπη.

 

-Πολύπλευρο το έργο μας- καταλαβαίνετε- υπηρετούμε την αλήθεια

 

Μα ναι διακόπτουμε για να σας πούμε πως ήταν δώρο γενεθλίων

Εκείνο το μικρό κοκκινωπό ποδήλατο μες την αυλή του

Μιλώ για το αγόρι εκείνο που δεν πνίγηκε στη θάλασσα

Που από το κρύο πέθανε και από την πείνα

Στα τουρκικά παράλια μες στο λιμάνι του Τσεσμέ……

 

2 . ΤΟ ΝΕΚΡΟ ΠΑΙΔΙ ΜΕ ΤΟ ΚΟΚΚΙΝΩΠΟ ΠΟΔΗΛΑΤΟ

( Το παριστάνει ένα από τα πρόσωπα του έργου που δεν εμφανίζεται πια)

 Αυτή η πνιγμένη πόλη στο βυθό

Είναι η πόλη μου

Αρχαία ναυάγια και πανιά

Η γειτονιά μου

Κοράλλια  τα κουφέτα στο σεντόνι μου

Σπασμένα τα προικιά μου

 

Και κάθε βράδυ στον αφρό

Πετώ

Γίνομαι άσπρο σύννεφο

Και τρέχω

 Και την  καμένη χώρα μου ζητώ

 Και βρέχω…

 

Η ΜΙΚΡΗ ΠΟΛΥΞΕΝΗ ΠΟΥ ΓΕΡΑΣΕ:  Αχχ μάνα… Τι θέλουν και σκοτώνονται οι άνθρωποι;;  Που είναι η ηλιαχτίδα σου που ακολουθεί τα καραβάνια των ξεριζωμένων;;

ΜΑΡΙΚΑ: ( ΕΧΕΙ ΠΕΘΑΝΕΙ ΑΛΛΑ ΤΗΣ ΑΠΑΝΤΑ)

Αχόρταγη θάλασσα

Οι άνθρωποι…

 

Να καταπιούν την κάθε μέρα

Να κλέψουν στη μικρή τους

Διαδρομή

Τα βλέμματα

 

Σπάζοντας στα δυο

Ό,τι δεν μοιράζεται

Και παίρνοντας

Δικό τους

Ό,τι ξένο..

 

Πλασμένοι πάντα για μεγάλα πράγματα

Μικρά εντέλει

Ανθρωπάκια…

 

Κλείνουν τα σύνορα με φράχτες

Απομονώνουν

Καταργούν

Αρνούνται

Σε ικέτες

Πανάρχαιους βωμούς να προσκυνήσουν

-Λίγο νερό, λίγο ψωμί

Και μια πατρίδα-

 

Αχόρταγη θάλασσα οι άνθρωποι

 

Πνίγει  θαλασσοπνίγει

Πνίγεται

Ο θάνατος πνιγμός

Σε επίσημα χαρτιά και με τη βούλα

Νεκροτόμου

Που δεν έχει πληρωθεί

Υπερωρίες

 

Αχόρταγη θάλασσα οι άνθρωποι

Υποσχόμενοι  λέξεις

Που δε θυμούνται μετά

Φωνασκώντας

-Φύγετε

Εδώ δεν υπάρχει τόπος για αλλόθρησκους

Παιδιά με πυρετό και τρόμο στα μάτια

-Φύγετε

Εδώ σας διώχνουμε από αγάπη

Απλώς δεν ταιριάζουν τα χνώτα μας

Πρόσφυγες

Που πεινάτε και κλαίτε παράφωνα

Σε αδιάφορα μικρόφωνα

Και πληκτικά δελτία

Νοσταλγώντας μια  πόλη καμένη

Και ένα δέντρο που δε θα ανθίσει ποτέ

-Φύγετε

Εδώ είναι το τέρμα.

Ο δρόμος που οδηγεί σε γκρεμό

Απολίτιστοι ,βάρβαροι, που γεννάτε στις βάρκες μας δυο δυο τα παιδιά σας

Φύγετε…

 

Αχόρταγη θάλασσα οι άνθρωποι

Γεμάτη  χέρια ,πόδια, μαλλιά με πλεξίδες , τρύπια σωσίβια

Σε γειτονιές με αρχαία ναυάγια και πανιά, έντρομα μάτια

Φωτογραφίες σε παιδικά γενέθλια σβησμένα

 

Οι άνθρωποι

Αχόρταγη θάλασσα

 

Ή

 

ΤΟ ΛΙΜΑΝΙ…..

 

-ΝΑ ΜΠΕΙΣ ΚΑΙ ΝΑ ΑΡΑΞΕΙΣ, ΝΑ ΦΑΣ ΚΑΙ ΝΑ ΚΛΑΨΕΙΣ…

 

Η ΜΙΚΡΗ ΠΟΛΥΞΕΝΗ ΠΟΥ ΓΕΡΑΣΕ: Αχχ μάνα μου!!! Οι άνθρωποι είναι η ηλιαχτίδα σου.. Οι άνθρωποι που συντρέχουν τους ξεριζωμένους, που τους δίνουν ψωμί γιατί είναι δανεικό και το χρωστάνε..Οι άνθρωποι που δεν κοιτάνε τις αποσκευές τους . Αν φοράνε σταυρό ή μισοφέγγαρο ..Αν είναι μαύροι ή λευκοί…...Απλώς, τους βοηθάνε να τις κουβαλήσουν…

 

ΧΟΡΟΣ

 

 

Εκεί στα τρένα

Που  φοβισμένοι πρόσφυγες  κρυμμένοι στις σκιές

Σιωπές κραυγάζουν σε ράγες εκτροχιασμένες

Με το δάκτυλο να δείχνουν το ταξίδι που δεν έκαναν

Και τον πανικό που τώρα έχει γίνει  λίμνη κόκκινη

Και ένα μονόστηλο στο πουθενά

 

Εκεί στα τρένα

Που εκατομμύρια σκοτάδια ανά τους αιώνες φέγγουν

Μοναχικά ζευγάρια μάτια να κουρνιάζουν τη νύχτα

Χωρίς κουβέρτες να κρυώνουν για πατρίδες χαμένες

Καμένες μέρες μες στη συννεφιά  της  σκόνης

Όταν κατακάθονται οι οβίδες

 

Εκεί στα τρένα

Που δεν ζει τίποτα πέρα από μια στιγμή θανάτου

Καθώς περνά η ζωή βουίζοντας συγγνώμες άχρηστες πια

Εκείνων που ακροβατώντας στις γραμμές τελικά

Δεν ταξίδεψαν παρά μόνο σε ένα όνειρο που δεν εξηγείται

Και δεν θυσιάζεται πια..

 

Εκεί στα τρένα

Της γης και της ξενιτιάς των οδοιπόρων που δεν βρίσκουν

Μια χώρα πρόθυμη να ακούσει τα τραγούδια τους

Να μοιραστεί το παραμύθι της φυγής τους ένα βράδυ

Που τίποτα χρήσιμο δεν πήραν μαζί τους παρά μόνο

Ένα σταυρό ή το μισοφέγγαρό τους

 

Εκεί στα τρένα

 

ΣΕ ΓΛΩΣΣΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΗΞΕΡΑ ΜΟΥ ΜΙΛΗΣΑΝ.

 

ΣΕ ΓΛΩΣΣΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΗΞΕΡΑΝ ΤΟΥΣ ΕΙΠΑ.

 

 

Η ΜΙΚΡΗ ΠΟΛΥΞΕΝΗ ΠΟΥ ΓΕΡΑΣΕ:  ΔΙΑΒΑΖΕΙ ΚΑΤΙ ΠΟΥ ΜΟΛΙΣ ΕΓΡΑΨΕ ΚΑΙ ΤΟ ΣΙΓΟΨΙΘΥΡΙΖΕΙ

 

Έπαψε πια να γράφει παραμύθια

Και να μιλά παραβολές

Και αλληγορίες…

Να κάνει συντροφιά με τέρατα

Και λύκους και νεράιδες

Ξυπόλυτες πριγκίπισσες

Παπουτσωμένους γάτους.

 

Στην άμμο πια  δε  χτίζει  κάστρα

Και βόλτες στο φεγγάρι

Και στα άστρα.

Καράβι με λευκά πανιά σπασμένο

 σε  ένα  κλειστό συρτάρι κλειδωμένο

Δεν έχει πια καιρό για ωραία λόγια.

Ξεκόλλησε και από τα κάδρα πια

Τη θάλασσα.

Να μη τη βλέπει και θυμάται

Τα ταξίδια..

 

Έπαψε πια να γράφει παραμύθια

Δεν έμεινε

Και ποιος να τα διαβάσει;

Να τα τυλίξει με χρυσό χαρτί

Να τα αγοράσει;

 

 

-ΚΑΙ ΕΠΙΠΛΕΟΝ ΠΙΑ ΜΕΓΑΛΩΣΑ

 

ΕΙΝΑΙ ΠΟΛΛΑ ΠΑΙΔΙΑ ΠΟΥ ΠΝΙΓΗΚΑΝ

 

ΣΤΗ ΘΑΛΑΣΣΑ-

                            

Δ ΄ ΕΝΟΤΗΤΑ:  2022    ΔΥΟ ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ ΣΥΜΠΑΝΤΑ

(ΤΙΣ ΑΤΑΚΕΣ ΜΟΙΡΑΖΟΝΤΑΙ ΚΑΙ ΤΑ ΕΞΙ ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ)

ΣΥΜΠΑΝ 1

-          Τρέχα   

-          Τρέχα τώρα

-          Κουράστηκα

-          Δεν μπορώ

-          Μπορείς

-          Κλαίει

-          Μην κλαις

-          Περπάτα

-          Αντέχεις;

-          Όχι

-          Γιατί να φύγουμε;

-          Δεν αντέχω

-          Βομβαρδίζουν

-          Τρέχα

-          Αντέχω

-          Τρέχα

-          Κρυώνω

-          Το παιδί

-          Τα παιδιά

-          Πέθανε

-          Η κούκλα μου

-          Σιωπή

-          Τρέχα

-          Να φύγουμε

-          Δεν θα τον θάψω

-          Δεν προλαβαίνω να τον θάψω

-          Τρέχα

-          Κρυώνω

-          Πεινάω

-          Τρέχα 

 

ΣΥΜΠΑΝ 2

-          Το πετρέλαιο

-          Οι τιμές ανεβαίνουν

-          Τα χρηματιστήρια πέφτουν

-          Έκτακτη επικαιρότητα

-          Η Ισχύς

-          Το Δίκιο

-          Το Άδικο

-          Παράπλευρες απώλειες

-          Φταίνε

-          Φταίτε

-          Αγαπητοί τηλεθεατές

-          Διακόπτουμε για διαφημίσεις

-          Το φυσικό αέριο

-          Τα κέρδη

-          Οι τιμές

-          Πουλάνε

-          Αγοράζουν

-          ΟΠΛΑ

-          ΠΥΡΗΝΙΚΑ

-          Εμείς

-          ΑΥΤΟΊ

-          ΟΙ ΆΛΛΟΙ

-          ΤΟ ΔΡΆΜΑ ΤΩΝ ΑΜΑΧΩΝ

-          Τα πετρέλαια

-          Διακόπτουμε για διαφημίσεις

 

                     ΣΥΜΠΑΝ 1

-           Τρέχα

-           Βομβαρδίζουν

-          Πεινάω

-          Τρέχα

-          Κουράστηκα

-          Διψάω

-          Δεν μπορώ

-          Μπορείς

-          Κρυώνω

-          Σκοτώθηκε

-          Αίμα

-          Φύγε

-          Δεν προλαβαίνω να τον θάψω

-          Δεν προλαβαίνω

-          Αγκαλιά μαμά

-          Τρέχα

-          Αγκαλιά

              ΣΥΜΠΑΝ 2

-          Εξοπλίζονται

-          Εμπάργκο

-          Κυρώσεις

-          Αγοράζουν

-          Πουλάνε

-          Όπλα

-          Αποθέματα

-          Οι τιμές

-          Παγκόσμιες ανακατατάξεις

-          Η διπλωματία

-          Η Αλήθεια

-          Το Ψέμα

-          Εμείς

-          Αυτοί

-          Οι άλλοι

-          Υψηλές τιμές ενέργειες

-          Θα νικήσουμε

-          Θα νικήσουν

-          Θα χάσουν

-          Οι Καλοί

-          Οι Κακοί

-          Παράπλευρες απώλειες

-          Το πετρέλαιο

-          Τα συμφέροντα

-          Δεξίωση με φιλανθρωπικό σκοπό

-          Τι γίνεται με τη βενζίνη

-          Τα τρόφιμα

-          Οι λογαριασμοί ρεύματος

-          Τα κέρδη

-          Έχουν εκτοξευθεί οι τιμές

-          Μαύρη αγορά

-          Κυρώσεις

-          Αγαπητοί ακροατές

-          Διακόπτουμε για διαφημίσεις

 

ΣΥΜΠΑΝ 1

 

-          Τρέχα

-          Βομβαρδίζουν

-          Αγκαλιά μαμά

-          Κουράστηκα

-          Τα παιδιά

-          Τρέχα

-          Οι στρατιώτες σκοτώνονται

-          Μας σκοτώνουν

-          Τρέχα

-          Μαμά

-          Μπαμπά που είσαι;

-          Γιατί έμεινε πίσω ο παππούς;

-          Η γιαγιά;

-          Δεν μπορεί να περπατήσει

-          Περπάτα

-          Τρέχα

-          Μη σταματάς

-          Μας διώχνουν

-          Οι στρατιώτες

-          Σκοτώνονται

-          Μας σκοτώνουν

-          Αίμα

-          Πρέπει να φτάσουμε

-          Τα σύνορα κλειστά

-          Τρέχα

                              ΣΥΜΠΑΝ 2

           -Αγαπητοί τηλεθεατές

            Διακόπτουμε για διαφημίσεις

            Επιστρέφουμε σε λίγο

            Με περισσότερο πόλεμο…..

                             ΣΥΜΠΑΝ 1

-          Τρέχα

-          Δεν προλαβαίνω να τον θάψω

-          Αγκαλιά μαμά

-          Πες μου ένα παραμύθι

-          Όχι τώρα

-          Τρέχα

-          Πες μου σου λέω

-          Μια φορά

-          Μη σταματάς

-          Κι έναν καιρό

-          Μη σταματάς

-          Μαμά  αγκαλιά

-          Δεν προλαβαίνω να τον θάψω

-          Τρέχα

 

Ε ΄ ΕΝΟΤΗΤΑ:     2022      Η ΜΙΚΡΗ ΠΟΛΥΞΕΝΗ ΠΟΥ ΓΕΡΑΣΕ

 

Η ΜΙΚΡΗ ΠΟΛΥΞΕΝΗ ΠΟΥ ΓΕΡΑΣΕ: Θεέ μου !!! Στείλε την ηλιαχτίδα σου  σε όλα τα καραβάνια των ανθρώπων ,όλων των πολέμων και όλων των ξεριζωμών!!!!

ΠΟΤΙΖΕΙ ΤΑ ΛΟΥΛΟΥΔΙΑ ΤΗΣ ΚΑΙ ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ

Λουλούδια πρόσφυγες

Στις άδειες γλάστρες μου

Με σπόρους στα φτερά του αέρα

Ρίξανε άγκυρα

Και δε τα ρώτησα

Από πού ήρθανε και ποια ημέρα

 

 Χώμα  φιλόξενο

Νύχτα κατέλαβαν

Και πια μεγάλωσαν όλο καμάρι

Με τη βροχή Του και με τον ήλιο Του

Σύννεφα τα φερε και θα τα πάρει……

 

Λουλούδι πρόσφυγας

Μου χαμογέλασε

Ένα πρωί που είχε βρέξει

Κι εγώ το ρώτησα

Τι καημούς πέρασε  

Κι αυτό συστήθηκε

Να κάπως έτσι….

 

Δεν θέλει  πότισμα από το χέρι μου

Αντέχει,  άντεξε και θα αντέξει

 Σε πείσμα όλων μας  θα βρει τον τόπο του

 Χωρίς παράπονο, βρέξει δε βρέξει

                                                                               ΤΕΛΟΣ

                                                                             ΜΑΡΙΑ ΦΟΥΚΑ