Παρασκευή 11 Ιουλίου 2014

Η ΧΡΩΜΑΤΙΣΜΕΝΗ ΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΜΙΛΤΟΥ ΣΑΧΤΟΥΡΗ. (ΑΘΗΝΑ 1919-2005)

Τὸ χρυσάφι
Κάποτε
θὰ σταματήσουμε
σὰ μιὰ γαλάζια ἅμαξα
μέσ᾿ στὸ χρυσάφι
δὲ θὰ μετρήσουμε τὰ μαῦρα
ἄλογα
δὲ θά ῾χουμε τίποτα ν᾿ ἀθροίσουμε
δὲ θά ῾χουμε πιὰ τίποτα
γιὰ νὰ μοιράσουμε
κρατώντας
ἕνα ξύλο
θὰ περάσουμε
μέσ᾿ ἀπ᾿ τὴ μαύρη τρύπα
τοῦ ἥλιου
ποῦ θὰ καίει

 Ο ΠΕΡΙΠΑΤΟΣ

Βάδιζα κατὰ μῆκος τῆς ἀκτῆς
μιὰ βαριὰ συννεφιὰ σκέπαζε τὸν οὐρανὸ
τὰ κύματα γκρίζα κι ἀνατριχιαστικὰ
κύματα γκρίζα σκάζαν στὴν παραλία
μιὰ δύναμη μ᾿ ἔσπρωχνε νὰ κάνω στροφὴ
ν᾿ ἀρχίσω νὰ περπατάω πάνω στὰ κύματα
μαῦρες γάτες περπατοῦσαν πάνω στὰ γκρίζα
κύματα
καὶ ἡ ψυχή μου ἦταν νεκρή.
Ὅμως ξαφνικὰ ἕνας ἥλιος ἔσκισε τὰ
σύννεφα.
ἡ θάλασσα ἔγινε πάλι γαλάζια
ζωντάνεψε πάλι ἡ ψυχή μου
κι ἐξακολούθησα τὸν περίπατό μου.

Ὁ οὐρανός

Πουλιὰ μαῦρες σαΐτες τῆς δύσκολης πίκρας
δὲν εἶν᾿ εὔκολο πράμα ν᾿ ἀγαπήσετε τὸν οὐρανὸ
πολὺ μάθατε νὰ λέτε πὼς εἶναι γαλάζιος
ξέρετε τὶς σπηλιές του τὸ δάσος τοὺς βράχους του;
ἔτσι καθὼς περνᾶτε φτερωτὲς σφυρίχτρες
ξεσκίζετε τὴ σάρκα σας πάνω στὰ τζάμια του
κολλοῦν τὰ πούπουλά σας στὴν καρδιά του
Καὶ σὰν ἔρχεται ἡ νύχτα μὲ φόβο ἀπ᾿ τὰ δέντρα
κοιτᾶτε τ᾿ ἄσπρο μαντίλι τὸ φεγγάρι του
τὴ γυμνὴ παρθένα ποὺ οὐρλιάζει στὴν ἀγκαλιά του
τὸ στόμα τῆς γριᾶς μὲ τὰ σάπια τὰ δόντια του
τ᾿ ἄστρα μὲ τὰ σπαθιὰ καὶ μὲ τοὺς χρυσοὺς σπάγγους
τὴν ἀστραπὴ τὸν κεραυνὸ τὴ βροχή του
τὴ μακριὰ ἡδονὴ τοῦ γαλαξία του

                                                    Μ. ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ

Υ.Γ .Στην ποίηση τα χρώματα χορεύουν ασταμάτητα .Οι λέξεις είναι πινελιές σε ένα καμβά που ονειρεύεται απίθανες ενώσεις. Το μαύρο χρυσαυγίζει, το άσπρο σκοτεινιάζει και το πράσινο ξεραίνεται και πέφτει σαν φύλλο το φθινόπωρο. Το κόκκινο χλομιάζει   και το ροδί ερυθριά και ντρέπεται. Ποιητική αδεία τίποτε δεν είναι όπως φαίνεται και τίποτα δεν φαίνεται όπως είναι. Όπως τα αγριολούλουδα την άνοιξη που δεν τα βλέπεις όταν φοράς μαύρα γυαλιά το σούρουπο. Τα χίλια χρώματα της θάλασσας που αν και τυφλός τα συναντάς σε στίχους που βρέχονται απ΄ το κύμα. Οι ανεξήγητοι ιριδισμοί του φεγγαριού που συμπληρώνει το σκηνικό ενός εφιάλτη ή ενός έρωτα.. Ανάλογα με τους ποιητές , την εποχή τους και τους εφιάλτες της καθώς και με την τρέλα που κουβαλάν αυτοί που τους διαβάζουν , τα χρώματα αλλάζουν νόημα και τόνο και σκοπό. Όπως και στη ζωή μιλάνε με αινίγματα και γρίφους. Κατρακυλάνε , έχουν ήχο ,μπερδεύονται με μυρωδιές, ισορροπούν και τραμπαλίζονται και δεν αποκαλύπτονται ποτέ ολότελα. Κρατούν μια μυστική γωνιά γι αυτούς που βλέπουν πίσω από τις λέξεις. Αυτοί ξέρουν πως τα χρώματα στην ποίηση είναι κραυγές . Τα γέλια , τα κλάματα, οι τύψεις , η ζήλια , ο θάνατος , η ερημιά, η απόγνωση ,η ελπίδα, η χαρά,το ψέμα και η αλήθεια της ζωής.
                 Ζωή τα χρώματά σου ανακατώνεις
                 Το μπλε της θάλασσας γίνεται
                  Αρωματισμένο γκρίζο δάκρυ
                 Μες το λευκό του γιασεμιού το απόβραδο.

                 Το μαύρο μου το ρούχο
                 Αγαπιέται με το ροδί
                 Μιας ήρεμης ανατολής
                  Που δεν ξεχνιέται.
                 
                  Του χρυσανθού το κίτρινο
                   Με το μαβί της δύσης
                    Πριν την καταιγίδα.
               Το πράσινο το δέντρο
                Με το καφέ το χώμα
                 Κάτω από την πέτρα.

                 Το κόκκινο το αίμα μιας πληγής
                 Με το αχόρταγο πορτοκαλί
                  Του ασθενοφόρου.
              
                  Ζωή τα χρώματά σου
                  Κοροϊδεύεις
                 
                  Στη μάσκα του οξυγόνου
                   Που τίποτα πια
                   Δεν ωφελεί.
                                                           ΜΑΡΙΑ ΦΟΥΚΑ.
                 ΚΑΙ ΕΝΑ ΔΩΡΟ ΣΕ ΠΟΙΗΣΗ  Μ. ΣΑΧΤΟΥΡΗ.

                  ΠΑΤΗΣΤΕ ΕΔΩ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου