Πέμπτη 8 Μαΐου 2014

Ο ΤΕΛΑΛΗΣ ΤΩΝ ΟΧΤΩ...


     Μια φορά και ένα καιρό, σε μια μικρή χώρα που δεν είχε θάλασσα ,βασίλευε ένας βασιλιάς που ήταν πολύ άδικος. Ζούσε μέσα στα πλούτη μαζί με τους υπουργούς και τους ισχυρούς φίλους του αλλά οι πολίτες ήταν πολύ φτωχοί και με το ζόρι έβγαζαν το καθημερινό ψωμί για να ζήσουν οι ίδιοι και τα παιδιά τους. Δεν είχαν φάρμακα όταν αρρώσταιναν, έπρεπε να βρουν χρήματα για να σπουδάσουν τα παιδιά τους μια και η παιδεία έπαψε να παρέχεται δωρεάν και το χειρότερο… …οι  περισσότεροι ήταν άνεργοι μια και τα εργοστάσια λόγω της κακής διοίκησης  έκλειναν και  έτσι αναγκάζονταν πολλοί να ξενιτεύονται σε χώρες που είχανε δουλειές, θάλασσα και μεγάλα καράβια χωρίς μεγάλες φουρτούνες.
    Κι έτσι η μικρή χώρα γινόταν ολοένα και πιο δυστυχισμένη. Ακόμα και τα μικρά παιδιά είχαν καταλάβει τη σοβαρότητα της κατάστασης και έπαιζαν σιωπηλά, παιχνίδια που τα περισσότερα είχαν κακό τέλος. Μιμούνταν τους μεγάλους στην απελπισία και σιγά- σιγά έπαψαν να ονειρεύονται ακόμα και τη θάλασσα που μια φορά ένας μάγος  τους είχε υποσχεθεί πως θα την έφερνε στη μικρή τους χώρα με τον όρο να μην πάψουν ποτέ να κάνουν όνειρα. Αλλά και τα ζώα επηρεασμένα από τη γενικότερη θλίψη, έπαψαν να κάνουν τις συνηθισμένες τους ασχολίες..Όλη η χώρα έμοιαζε σαν να είναι έτοιμη να πέσει σε λήθαργο ,ευελπιστώντας όλα να έχουν αλλάξει ως δια μαγείας ,όταν ξυπνήσει…
     Οι σύμβουλοι του βασιλιά λοιπόν, βλέποντας την κατάσταση πως καθόλου δεν βοηθούσε τα σχέδιά τους, αυτοί  να κάθονται και οι πολίτες να πληρώνουν φόρους ,αφού η ζωή των πολιτών πήγαινε από το κακό στο χειρότερο , αποφάσισαν να εισηγηθούν στο βασιλιά τρόπους για να αλλάξει των ανθρώπων η ψυχολογία κι έτσι να δουλεύουν όσοι είχαν βέβαια δουλειά χωρίς γκρίνιες κι όσοι δεν είχαν, να πεθαίνουν οικειοθελώς χωρίς διαμαρτυρίες. Αυτό που τελικά αποφασίστηκε ήταν να αναθέσουν σε έναν όμορφο τελάλη να πηγαίνει στην κεντρική πλατεία της πιο μεγάλης πόλης και να λέει στους πολίτες λόγια χωρίς βέβαια καμιά αλήθεια μα πασπαλισμένα με μια σκόνη που τα έκανε να μοιάζουν με αλήθεια..Στους πολίτες μεγαλειότατε, αρέσουν τα ωραία λόγια ιδιαίτερα χωρίς κανένα αντίκρισμα, φτάνει να μην το καταλαβαίνουν ,συνήθιζαν οι αυλικοί και κάθε λογής παρατρεχάμενοι να λένε  στο βασιλιά που από το πρώτο λεπτό κι όλας είχε  βαρεθεί να τους ακούει .Ακόμα κι αυτός δεν πίστευε πως οι υπήκοοί του είναι τόσο ηλίθιοι ώστε να πιστεύουν τον όμορφο τελάλη …Θα εκπλαγείτε ευχάριστα μεγαλειότατε από τη βλακεία που τους δέρνει… .τον έπεισαν οι  παμπόνηροι αυλικοί του..
      Κάθε μέρα λοιπόν ακριβώς στις οκτώ ,ο όμορφος τελάλης που πληρωνόταν καλά για να λέει με πειστικότητα τόσα μεγάλα ψέματα και χωρίς καθόλου τσίπα, έφτανε με την άμαξά του στην κεντρική πλατεία κουβαλώντας μαζί του και κάποιους άλλους που είχαν κάνει διδακτορικό  στο  να λένε ψέματα χωρίς να κοκκινίζουν και μάστερ στο να βρίσκουν τρόπους να καλύπτουν τις  βρωμιές του βασιλιά ..Έρχονταν λοιπόν όλοι μαζί και άρχιζαν να λένε τις ειδήσεις και να κάνουν πως τις σχολιάζουν ,πως τσακώνονται και πάντα βέβαια στο τέλος υπογράμμιζαν πόσο υπεράνθρωπα προσπαθεί ο βασιλιάς και οι υπουργοί του να λύσουν τα προβλήματα των πολιτών..Και παρόλο που στα παραμύθια ποτέ δεν κάνουμε μεγάλες αναλύσεις, θα κάνω μια εξαίρεση και θα πω ότι αυτά που ανελλιπώς τόνιζε ο ανερυθρίαστος τελάλης  ήταν πως όλα στην οικονομία πήγαιναν προς το καλύτερο, πέθαιναν μόνο οι τεμπέληδες ευτυχώς και οι εχθροί του βασιλιά,  η παιδεία μια και θα δινόταν στους ιδιώτες θα άνθιζε αλλά μόνο οι άριστοι μαθητές ή αυτοί που είχαν χρήματα θα προχωρούσαν στις σπουδές τους πάντα βέβαια με κακοπληρωμένους δασκάλους που αν  έφερναν αντίρρηση μπορεί και να τους έτρωγε το μαύρο φίδι, πως όσοι φώναζαν ήταν εχθροί του λαού και πως γενικά οι πολίτες  δεν θα έπρεπε να ανησυχούν αλλά αντίθετα όφειλαν να βγάλουν ρίζες στους καναπέδες τους και να περιμένουν με εμπιστοσύνη  τον καλό τους βασιλιά να λύσει όλα τους τα προβλήματα…
             Παρόλο που στα παραμύθια επίσης ποτέ δεν δίνονται διευκρινίσεις, θα κάνω όμως άλλη μια εξαίρεση και θα πω  ότι  όλα αυτά τα παραπάνω, λέγονταν με τον ίδιο μακροπερίοδο και κουραστικό λόγο που εγώ ο παραμυθάς  χρησιμοποίησα, ακριβώς για να βαριούνται οι πολίτες να τον παρακολουθούν μέχρι το τέλος. Έτσι ποτέ δεν στέκονταν στην ουσία αυτών που άκουγαν..Αυτό που  τους άρεσε  περισσότερο ήταν να χαζεύουν τα ωραία φαναράκια με φωτιές που φώτιζαν τα ρούχα του τελάλη ,που ήταν φτιαγμένα στους  καλύτερους μόδιστρους, τα πλούσια μαλλιά του που έπεφταν σε μπούκλες γύρω από το πρόσωπό του- σας είπα πως ήταν πολύ όμορφος- τις καλοντυμένες γυναίκες που έστελνε καμιά φορά ο βασιλιάς να πλαισιώσουν το σκηνικό της ενημέρωσης  και με το ωραίο τους χαμόγελο να κάνουν τους φτωχούς ανθρώπους να ξεχαστούν και να ξεχάσουν, τους ταχυδακτυλουργούς που έβγαιναν πάντα στο τέλος της παράστασης ,γιατί παράσταση ήταν με τόσα ψέματα που αραδιάζονταν ,τους κλόουν  και τους κάθε λογής πληρωμένους πωλητές ψευδαισθήσεων.
      Το ίδιο πράγμα γινόταν συνεχώς για   πολλά χρόνια στις οχτώ ακριβώς. Οι πολίτες πήγαιναν  να ακούσουν τον τελάλη στην κεντρική πλατεία ,κι ο τελάλης  πάντοτε με την ίδιο στόμφο και το ίδιο θράσος έλεγε τα καλομαγειρεμένα ψέματά του..Κάποιο βράδυ όμως, στις οκτώ ακριβώς, ενώ ό τελάλης άρχιζε να λέει το πρώτο ψέμα του ,κι όλα έδειχναν  ότι θα κυλούσαν με τον ίδιο βαρετό και πρόστυχο τρόπο όπως πάντα , ένας άνθρωπος σηκώθηκε όρθιος και ενώ οι περισσότεροι που συμπλήρωναν το σκηνικό  χασμουριούνταν από ανία, βγήκε μπροστά και με δυνατή φωνή είπε: ΛΕΣ  ΨΕΜΑΤΑ και γυρίζοντας στον κόσμο που κατάπληκτος παρακολουθούσε τη σκηνή βροντοφώναξε. ΜΗΝ  ΠΙΣΤΕΥΕΤΕ ΛΕΞΗ. ΛΕΕΙ ΨΕΜΑΤΑ. Όλοι βουβάθηκαν , ο τελάλης παρόλο το διδακτορικό του έγινε κατακόκκινος και αυτοί  που κουβαλούσε πάντοτε μαζί του να τον ενισχύουνε στα ψέματά του, στραβοκατάπιαν και κοιτάζονταν αμήχανοι… .Και  τότε συνέβη και κάτι άλλο που τους συντάραξε… Άρχισαν να σηκώνονται από τις καρέκλες τους κι άλλοι απλοί άνθρωποι και τώρα ακουγόταν από χιλιάδες στόματα αυτό που στην αρχή από το στόμα ενός ακούστηκε. ΛΕΣ ΨΕΜΑΤΑ . ΔΕΝ ΠΙΣΤΕΥΟΥΜΕ ΛΕΞΗ.
       Διαλύθηκε αμέσως η  παράσταση. Όλοι μαζί έτρεξαν να πουν στο βασιλιά τα κακά μαντάτα. Τον βρήκαν να παίρνει πόζες στον καθρέφτη του πως είναι παντοδύναμος και πως θα κυβερνάει τους ίδιους βλάκες χρόνια..Όταν άκουσε τα καθέκαστα, τρόμαξε στην αρχή. Στη συνέχεια όμως κι αφού επιστρατεύτηκαν αυτοί που είχαν πάνω από δυο διδακτορικά στην εξαπάτηση και ήξεραν να λένε ψέματα σε πέντε γλώσσες, αποφασίστηκε πως έπρεπε να χρησιμοποιήσουν συντονισμένα όλους τους παρακάτω τρόπους για να δημιουργήσουν σύγχυση στον κόσμο :Να συκοφαντήσουν τον άνθρωπο που πρώτος είπε ότι  λέει ψέματα ο τελάλης, με ποια συκοφαντία ακριβώς δεν ξέρω ,είπαν πως θα τη βρουν αργότερα αυτοί που είχαν σπουδάσει τη συκοφαντία ,να τρομάξουν κατόπιν τους ανθρώπους πως αν δεν κάτσουν ήσυχοι να ακούν τα νέα του τελάλη θα καταρρεύσει η οικονομία κι αυτοί που έχουνε να φάνε ακόμα ,στο τέλος θα πεινάσουνε κι εκείνοι και τέλος αν αυτοί οι δυο τρόποι δεν φέρουνε τα επιθυμητά αποτελέσματα, δηλαδή την υποταγή των πολιτών και την  μοιρολατρία ,αποφασίστηκε το εξής: Να μεταμφιεστούνε κάποιοι σύμβουλοι του βασιλιά και με ευχάριστα στο αυτί ονόματα όπως ,το καθαρό ποτάμι, η θρεπτική ελιά ,η ηλιόλουστη αυγή και άλλα πολλά ,να πείσουνε τους πολίτες πως κάτι διαφορετικό πρεσβεύουνε ,ότι επιθυμούνε το καλό του φτωχού κόσμου , ότι αξίζει ο λαός να τους εμπιστευτεί και πάλι και πως ο καλός ο βασιλιάς πολύ στεναχωρήθηκε που ο κόσμος του πεθαίνει από την πείνα .Να πουν επίσης ότι αποφασίστηκε να μοιραστούνε τρόφιμα στους πολύ φτωχούς φτάνει να μπορούν με μια σειρά χαρτιών να διαβεβαιώσουν τις αρμόδιες υπηρεσίες ότι έχουνε να φάνε πάνω από ένα μήνα αυστηρά, και διαθέτουν όλα εκείνα που ένας αξιοπρεπής φτωχός οφείλει να διαθέτει. Τίποτα. Διαπιστωμένο τίποτα όμως.
         Ο τελάλης ξαναπήγε λοιπόν το βράδυ στην πλατεία με όλα του τα φορέματα και αυτούς που λέγαν ψέματα σε πέντε γλώσσες..Πήραν μαζί τους και έναν θίασο από διασκεδαστές απλήρωτους βέβαια για μήνες, για να  φέρουν εις πέρας τη νέα τους αποστολή..Όμως οι άνθρωποι έλειπαν απ΄τη πλατεία. Είχαν αποφασίσει μάλιστα  να ξανακάνουν όνειρα μήπως και ξαναδούνε θάλασσα, μήπως και διώξουν την απελπισία και πάρουνε τα πράγματα στα χέρια τους αδιαφορώντας για τον τελάλη και τα ψέματά του. Να ξαναδούνε θάλασσα ;Μα όταν ξεκίνησα αυτό το παραμύθι σας μίλησα για χώρα  που δεν είχε θάλασσα. Ξέχασα να σας πω ότι στα παραμύθια όπως και στην πραγματικότητα όμως ,τα πάντα ανατρέπονται μια και την τελευταία λέξη την έχει αυτός που ή τα γράφει ή τα ζει…….

Υ.Γ: Οποιαδήποτε σύγκριση  των  χαρακτήρων του παραμυθιού με  σύγχρονους τύπους ανθρώπων  είναι κάτι παραπάνω από επιβεβλημένη….


                                                                                        ΜΑΡΙΑ ΦΟΥΚΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου