Ο κ Κ. και οι γάτες
Ο κ Κ. δεν αγαπούσε τις
γάτες. Δεν του φαινόταν να είναι φίλοι του ανθρώπου, γι αυτό και κείνος δεν
ήταν φίλος τους. Αν είχαμε τα ίδια νιτερέσα, έλεγε, τότε η εχθρική στάση τους θα
μου ήταν αδιάφορη. Μα του κ Κ. δεν του άρεσε και να διώχνει τις γάτες από την
καρέκλα του. Το να αναπαύεσαι είναι μια δουλειά, έλεγε, πρέπει λοιπόν να
πετύχει. Κι όταν οι γάτες νιαούριζαν μπροστά του σηκωνόταν από το κρεβάτι του ,
ακόμα και στο κρύο, και τις έμπαζε μέσα, στη ζέστη. Ο υπολογισμός τους είναι
απλός , έλεγε, σα φωνάξουν ,τους ανοίγουν. Αν πάψουν να τους ανοίγουν,θα πάψουν
κι αυτές να φωνάζουν . Το να φωνάζεις είναι πρόοδος.
Το αγαπημένο
ζώο του κ. Κ.
Όταν ρωτούσαν τον κ.Κ. ποιο ζώο εκτιμάει περισσότερο , εκείνος είπε τον
ελέφαντα και αιτιολόγησε την προτίμησή του έτσι: Ο ελέφαντας ενώνει την πονηρία
με τη δύναμη. Ετούτη δεν είναι κουτοπονηριά που σου φτάνει να ξεφύγεις από
κάποιον που σε καταδιώκει ή για να εξασφαλίσεις το φαγητό σου περνώντας
απαρατήρητος, μα είναι η πονηριά που επιστρατεύει η δύναμη για ένα
μεγάλο εγχείρημα. Απ΄ όπου κι αν διαβεί τούτο το ζώο αφήνει πλατιά τα χνάρια
του. Κι είναι καλόκαρδο, σηκώνει χωρατά. Είναι καλός φίλος όπως είναι και καλός
εχθρός. Είναι βαρύ και θεόρατο κι όμως τρέχει πολύ γρήγορα. Με την προβοσκίδα
του μπορεί και τροφοδοτεί ένα τεράστιο κορμί με τις πιο μικρές τροφές ακόμα και
με καρύδια. Κουνάει τ΄ αυτιά του. Ακούει μονάχα ό,τι τον συμφέρει. Φτάνει στα
βαθιά γεράματα. Του αρέσει η παρέα κι όχι μονάχα με ελέφαντες. Παντού τον αγαπάνε μα και τον
φοβούνται. Ένα κάποιο κωμικό στοιχείο του
δίνει τη δυνατότητα ακόμα και να τον σέβονται. Το πετσί του είναι σκληρό ,
σπάει μαχαίρια , μα η ψυχή του είναι ευαίσθητη. Μπορεί και θλίβεται. Μπορεί και θυμώνει. Του αρέσει να χορεύει. Πεθαίνει στην καρδιά της
Ζούγκλας. Αγαπάει τα παιδιά καθώς κι άλλα μικρά ζώα. Είναι γκρίζος και τραβάει
την προσοχή μόνο με τον όγκο του. Δεν τρώγεται. Είναι δουλευταράς. Του αρέσει
να πίνει και να ΄ρχεται στο κέφι. Κάνει κάτι και για την Τέχνη. Προσφέρει
ελεφαντόδοντο..
Υ.Γ: ΓΙΑ ΤΗΝ
ΠΡΩΤΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
Το να φωνάζεις είναι πρόοδος. Όσο επιπόλαιο, ενοχλητικό, αντιαισθητικό, κενό
και ρηχό κι αν ακούγεται-και είναι συχνά- το προτιμώ από τη Σιωπή. Γιατί
δηλώνει μια άποψη, μια παρουσία, μια στάση που ο φορέας της ζητάει να ακουστεί,
να γίνει δηλαδή αφορμή για συζήτηση και διαλεκτική ζύμωση που ενδέχεται να έχει
κάποιο αποτέλεσμα. Tο
τελευταίο εξαρτάται, βέβαια, από τις αγαθές προθέσεις αυτών που διαλέγονται..Στον Αίαντα, ο Σοφοκλής βάζει τον τρελαμένο ήρωα που δεν
κέρδισε τα όπλα του Αχιλλέα να λέει στην Τέκμησσα , την σύντροφό του, να
σωπάσει επειδή εκείνη προσπάθησε να τον φέρει στα συγκαλά του με τις φωνές της..Της
είπε ότι στολίδι στις γυναίκες είναι η σιωπή..Αυτή τον υπάκουσε..Κι αυτός οδηγήθηκε στην καταστροφή… Για του λόγου το
αληθές ένα απόσπασμα από τον Αίαντα του Σοφοκλή…
Θα μάθεις όλο το κακό, αφού συμπαραστέκεσαι.
Νύχτα βαθιά, όταν απόβραδα τα φώτα είχαν
σβήσει, αυτός, με δίκοπο σπαθί στο χέρι, γύρευε έξω
να γλιστρήσει, δίχως λόγο. Οπότε εγώ έβαλα τις φωνές :
Τί πας να κάνεις, Αίαντα; έτσι απρόσκλητος, χωρίς κανένα
290μήνυμα, δίχως ν᾽ ακούσεις σάλπιγγα; για πού αλήθεια
το ᾽βαλες; Αυτήν την ώρα όλος ο στρατός κοιμάται.
Οπότε αυτός απότομα μου είπε εκείνο το γνωστό ρητό:
γυναίκα, στις γυναίκες στολίδι είναι η σιωπή.
Κατάλαβα εγώ και σώπασα, κι εκείνος μόνος
τράβηξε τον δρόμο του. Τί έγινε ωστόσο εκεί, τί έπαθε,
δεν ξέρω εγώ να σου το πω. Γύρισε πάντως μέσα
σέρνοντας σύνδετα βόδια, σκυλιά λαγωνικά
και μαλλιαρά αρνιά.
Άλλα απ᾽ αυτά τους κόβει τον λαιμό, άλλα
τ᾽ αναλαιμίζει και τα σφάζει, κι άλλα, χυμώντας
μέσα στο κοπάδι, τα μαστίγωνε λες κι ήταν
300οι αιχμάλωτοί του.
Τέλος, έξω πετάχτηκε απ᾽ τη σκηνή, σαν να μιλούσε
σε σκιά, λόγια βαριά ξεστόμιζε, τη μια
προς τους Ατρείδες, στον Οδυσσέα την άλλη,
γελώντας παρανοϊκά, λέγοντας πως τους παίρνει
τη μεγάλη εκδίκηση.
Μετά πηδώντας βρέθηκε μέσα στο στέκι του,
όπου σιγά σιγά ήλθε στα συγκαλά του.
Βλέποντας τότε εκεί τον χώρο του γεμάτο από τα σύνεργα
της άμετρης παραφοράς του, μουγκρίζοντας χτυπούσε
το κεφάλι του, φωνάζοντας· κι έπειτα ερείπιο
σωριάστηκε στα ερείπια μιας φονικής σφαγής,
310με χέρια και με νύχια τραβώντας το μαλλί του.
Για κάμποσο δεν είπε λέξη· μετά εμένα αγριεμένος
επήρε ν᾽ απειλεί, αν δεν φανέρωνα όλα τα πάθη του,
επίμονα ρωτώντας σε ποιό σημείο βρίσκεται το πράγμα.
Κι εγώ, καλοί μου φίλοι, τρέμοντας, ένα προς ένα
φανέρωσα τα γεγονότα, όσα η ίδια ήξερα.
Οπότε εκείνος έβγαλε τρομερές κραυγές,
όπως ποτέ άλλη φορά δεν άκουσα παρόμοιες.
Γιατί ισχυριζόταν πώς μόνο σ᾽ άνθρωπο δειλό
320ταιριάζουν γόοι κι οδυρμοί, γι᾽ αυτό και δεν ξεφώνιζε
τον άγριο πόνο του, μόνο βογκούσε υπόκωφα,
μουγκρίζοντας σαν ταύρος.
Τώρα ωστόσο, χωμένος στη βαθιά του συμφορά,
δίχως ψωμί, δίχως νερό, στα ζώα ανάμεσα που έκοψε
με το σπαθί του, άπραγος παραμένει· φαίνεται έργο
σκοτεινό έχει στον νου του, αν κρίνεις απ᾽ τα λόγια του
και τον καημό του.
Αλλά, καλοί μου φίλοι, γι᾽ αυτό είμαι εδώ·
ελάτε μέσα, βοηθήστε, όπως μπορείτε.
Γιατί οι φίλοι σαν κι αυτόν υποχωρούν
330στων φίλων τους τα λόγια.
Νύχτα βαθιά, όταν απόβραδα τα φώτα είχαν
σβήσει, αυτός, με δίκοπο σπαθί στο χέρι, γύρευε έξω
να γλιστρήσει, δίχως λόγο. Οπότε εγώ έβαλα τις φωνές :
Τί πας να κάνεις, Αίαντα; έτσι απρόσκλητος, χωρίς κανένα
290μήνυμα, δίχως ν᾽ ακούσεις σάλπιγγα; για πού αλήθεια
το ᾽βαλες; Αυτήν την ώρα όλος ο στρατός κοιμάται.
Οπότε αυτός απότομα μου είπε εκείνο το γνωστό ρητό:
γυναίκα, στις γυναίκες στολίδι είναι η σιωπή.
Κατάλαβα εγώ και σώπασα, κι εκείνος μόνος
τράβηξε τον δρόμο του. Τί έγινε ωστόσο εκεί, τί έπαθε,
δεν ξέρω εγώ να σου το πω. Γύρισε πάντως μέσα
σέρνοντας σύνδετα βόδια, σκυλιά λαγωνικά
και μαλλιαρά αρνιά.
Άλλα απ᾽ αυτά τους κόβει τον λαιμό, άλλα
τ᾽ αναλαιμίζει και τα σφάζει, κι άλλα, χυμώντας
μέσα στο κοπάδι, τα μαστίγωνε λες κι ήταν
300οι αιχμάλωτοί του.
Τέλος, έξω πετάχτηκε απ᾽ τη σκηνή, σαν να μιλούσε
σε σκιά, λόγια βαριά ξεστόμιζε, τη μια
προς τους Ατρείδες, στον Οδυσσέα την άλλη,
γελώντας παρανοϊκά, λέγοντας πως τους παίρνει
τη μεγάλη εκδίκηση.
Μετά πηδώντας βρέθηκε μέσα στο στέκι του,
όπου σιγά σιγά ήλθε στα συγκαλά του.
Βλέποντας τότε εκεί τον χώρο του γεμάτο από τα σύνεργα
της άμετρης παραφοράς του, μουγκρίζοντας χτυπούσε
το κεφάλι του, φωνάζοντας· κι έπειτα ερείπιο
σωριάστηκε στα ερείπια μιας φονικής σφαγής,
310με χέρια και με νύχια τραβώντας το μαλλί του.
Για κάμποσο δεν είπε λέξη· μετά εμένα αγριεμένος
επήρε ν᾽ απειλεί, αν δεν φανέρωνα όλα τα πάθη του,
επίμονα ρωτώντας σε ποιό σημείο βρίσκεται το πράγμα.
Κι εγώ, καλοί μου φίλοι, τρέμοντας, ένα προς ένα
φανέρωσα τα γεγονότα, όσα η ίδια ήξερα.
Οπότε εκείνος έβγαλε τρομερές κραυγές,
όπως ποτέ άλλη φορά δεν άκουσα παρόμοιες.
Γιατί ισχυριζόταν πώς μόνο σ᾽ άνθρωπο δειλό
320ταιριάζουν γόοι κι οδυρμοί, γι᾽ αυτό και δεν ξεφώνιζε
τον άγριο πόνο του, μόνο βογκούσε υπόκωφα,
μουγκρίζοντας σαν ταύρος.
Τώρα ωστόσο, χωμένος στη βαθιά του συμφορά,
δίχως ψωμί, δίχως νερό, στα ζώα ανάμεσα που έκοψε
με το σπαθί του, άπραγος παραμένει· φαίνεται έργο
σκοτεινό έχει στον νου του, αν κρίνεις απ᾽ τα λόγια του
και τον καημό του.
Αλλά, καλοί μου φίλοι, γι᾽ αυτό είμαι εδώ·
ελάτε μέσα, βοηθήστε, όπως μπορείτε.
Γιατί οι φίλοι σαν κι αυτόν υποχωρούν
330στων φίλων τους τα λόγια.
ΧΟ. Τέκμησσα, θυγατέρα
του Τελεύταντα, μας είπες
λόγια τρομερά, που φανερώνουν πως εκείνος
παραφρόνησε μέσα στη συμφορά του.
λόγια τρομερά, που φανερώνουν πως εκείνος
παραφρόνησε μέσα στη συμφορά του.
Συνεχίζοντας πρέπει να διευκρινίσω κάτι. Δεν μιλώ για
τυφλές φωνές. Μιλώ για επιχειρήματα που έχουν φωνή..Η γάτα στην ιστορία του
κ.Κ. διεκδικεί το δικαίωμά της στην ανοιχτή πόρτα και επομένως στην επιβίωσή της μέσα στη ζέστη και
την ασφάλεια. Ο κ Κ. παρόλο που δεν τη συμπαθεί, της ανοίγει την πόρτα του. Θεωρεἰ
ότι πρέπει να επιβραβεύσει την επιμονή της να φωνάζει για το δίκιο της. Τέλος θεωρεί ότι είναι κι αυτός υπεύθυνος με
τη στάση του να μην επιτρέψει ένα αυτονόητο δικαίωμα να πάψει να διεκδικείται.
Από την αδιαφορία του…
Το μόνο που θέλω να προσθέσω είναι ότι κι εγώ
δεν συμπαθώ τις γάτες. Είναι αχάριστες..Σε αντίθεση με τους σκύλους που είναι
φίλοι παντοτινοί..Γενικά δεν συμπαθώ κανένα αχάριστο ον ..Ζώο ή Άνθρωπο…
ΓΙΑ ΤΗ ΔΕΥΤΕΡΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
Ο ελέφαντας , όπως παρουσιάζεται από τον κ.Κ., μου είναι
άκρως συμπαθής..Ζηλεύω όλα του τα γνωρίσματα..Καλά και κακά..Το γεγονός ότι
αφήνει τεράστιο το αποτύπωμά του στο χώρο. Ότι έχει και πονηριά και δύναμη. Μπορεί και
θυμώνει. Μπορεί και θλίβεται..Τον αγαπάνε αλλά και τον φοβούνται.. Από κάποιο
κωμικό στοιχείο του τον σέβονται. Του
αρέσει να χορεύει. Αγαπάει τα παιδιά και άλλα μικρά ζώα..Είναι καλόκαρδος.
Σηκώνει χωρατά. Είναι καλός φίλος και καλός εχθρός.. Του αρέσει η παρέα κι όχι μόνο με ελέφαντες. Είναι δουλευταράς. Αγαπάει την τέχνη. Είναι ευαίσθητος παρόλο το
χοντρό πετσί του που σπάει μαχαίρια… Με
μια μόνο ένσταση. Γιατί δεν θέλω να ακούω μονάχα ό,τι με συμφέρει.. Όσο για το τεράστιο κορμί του εκλιπαρώ, χωρίς
μεγάλες πιθανότητες, να μην το έχω…..
ΜΑΡΙΑ
ΦΟΥΚΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου