Εικοσιέξι χρονών, επάνω
στης νεότητος το άνθισμα για τους ανθρώπους , λακτίζοντας όλη πάθος και μίσος
τη ζωή , στην οποία δεν επίστεψε ποτέ της , έφυγε βιαστική κι΄ ακατάδεχτη μες
απ΄ τα χέρια μας και απ΄ τη στοργή μας η Μαρία Πολυδούρη, η ποιήτρια.
Εικοσιέξι χρονών, στην
ηλικία που οι άλλοι ψάχνουν ακόμη ανήσυχοι να βρουν τον εαυτό τους και τον
δρόμο τους, αυτή, φτασμένη από μόνη της , δίχως προσπάθεια και δίχως εκζήτηση ,
αφήνει πίσω της ένα έργο από τα προσωπικότερα , που συναντά κανείς στην ποίηση
του τόπου μας.
Πόσον όμως ακριβά
χρειάστηκε να πληρώσει το μεγάλο αυτό δώρο , που της έδωκαν οι Θεοί! Πόσοι
πόνοι και πόσοι θάνατοι μέσα στα εικοσιέξι τρικυμισμένα χρόνια της! Όπου εστάθηκε
λιγάκι , βραδύνοντας το μοιραίο βήμα της , για να κοιτάξει κάτι με ματιά
τρυφερή και στοργική, γινόταν κακός αέρας που εμάραινε, και βάσκανη μοίρα που
χτυπούσε.
Ήταν η χάρη κι η
ομορφιά. Κι εβάραινε σαν κατάρα και σαν ανάθεμα. Εσκόρπιζε σπάταλα την αγάπη κι
εσύναζε τον θάνατο. Αισθάνεται κανείς την ανάγκη να σηκωθεί , όλο δέος και
κατάνυξη, και ν΄ αποκαλυφθεί σαν εμπροστά σ΄ ένα μυστήριο.
Μέσα σ΄ αυτή την
ομορφιά και μέσα σ΄ αυτό το φοβερό μυστήριο, όλο έκπληξη οδυνηρή, επήγασε το
τραγούδι της ορμητικό σαν καταρράχτης . Η Μαρία Πολυδούρη , μεγάλο θέμα
ποιητικό και συγχρόνως μεγάλη ποιήτρια, παρουσιάζει τον τύπο μιας τραγικής
ηρωίδας και τα δυο της βιβλία δεν είναι
παρά οι τραγικοί μονόλογοι του πάθους και του πόνου της.
Σπαραχτικές μας φτάνουν
οι κραυγές της. Εδώ αγάπης παράφορης, εδώ αγανακτισμένης διαμαρτυρίας
σαν αθώος που υπερασπίζεται βροντόφωνα την αθωότητά του κι αλλού οι εφιαλτικές των μαύρων και φριχτών τύψεων. Αγάπη, πόνος, τύψη
και θάνατος είναι τα τέσσερα στοιχεία , που κυριαρχούν στην ποίηση της Μαρίας
Πολυδούρη.
Με τον γνωστό μαρτυρικό
της θάνατο, ύστερα από μια τέτοια πανηγυρική κι επίσημη δικαίωση του έργου της ,
η κριτική βαθμομέτρηση της αξίας της θα ήταν σχεδόν ανοικειότης.
Μολοντούτο ο
αυθορμητισμός , η λιτότητα στην έκφραση και στη μορφή, η έλλειψη του στολισμού
, αταίριαστου στον βαθύ πόνο κι η τέλεια έξοδός μας από την ποιητική μας παράδοση,
δίνουν στη Μαρία Πολυδούρη μια εντελώς ξεχωριστή θέση, από τις υψηλότερες στον ποιητικό μας Παρνασσό.
Και αν κάπου κάπου,
σπανιότατα , η εσκεμμένη και ποιητική της ατημελησία φτάνει σε σημείο , που να
μοιάζει σχεδόν πεζολογία, οι αρετές του έργου της είναι τόσο μεγάλες που το
κάνουν να φέγγει σαν άστρο στο σκοτεινό στερέωμα της Νέας μας Ποιήσεως.
Θρηνούμε τον θάνατό της,
σαν μια συμφορά που έπληξε τα Ελληνικά Γράμματα, μολονότι το έργο της , μικρό
αλλά συμπληρωμένο , είναι τόσο γνήσιο και τόσης αξίας , ώστε να μιλούν για αυτό
χρόνια και χρόνια.
Περιοδικό <<Ελληνική
Επιθεώρησις>> Ιούνιος 1930 σελ.98 ΜΙΝΩΑΣ
ΖΩΤΟΣ
Υ.Γ: Ο Μίνωας Ζώτος , η
Μαρία Πολυδούρη και ο Κώστας Καρυωτάκης είναι συνδεδεμένοι στο μυαλό μου με
δεσμούς άρρηκτους. Έφυγαν πολύ νέοι, σχεδόν παιδιά, υπήρξαν αθεράπευτα
ερωτευμένοι με την Τέχνη τους ενώ η ζωή τους
δεν ήταν στρωμένη με ροδοπέταλα. Δεν υπήρξαν τυχεροί ούτε στον Έρωτα ούτε σε
τίποτα από αυτά που εκτιμούν οι<< κανονικοί >> συνηθισμένοι άνθρωποι.
Είχαν άλλη αποστολή στη ζωή από τότε που γεννήθηκαν. Να δημιουργήσουν μέσα από
τον πόνο και την θλίψη τους Ποίηση .Μια Ποίηση που θα τους δικαιώσει και θα τους
αναπαύσει μετά θάνατον. Γιατί ο Θεός που είναι η Δικαιοσύνη δεν αφήνει στην
αφάνεια ανθρώπους σαν αυτούς. Τους κρίνει διαφορετικά από τους κανονικούς
,συνηθισμένους ανθρώπους. Το κείμενο του Μίνωα Ζώτου για την Μαρία Πολυδούρη
είναι άκρως ποιητικό και εκ βαθέων. Ένα υπέροχο δείγμα της πένας του ποιητή
καθώς και της βαθιάς αγάπης του για την Ποίηση και την Ποιήτρια. Το αφιερώνω στην μνήμη των ανθρώπων που έχω
χάσει.
ΜΑΡΙΑ ΦΟΥΚΑ